Δεκεμβρίου 30, 2006

Η ηθική εταιρική διακυβέρνηση στην εποχή της παγκοσμιοποίησης

* Δημοσιεύεται στην ειδική έκδοση «Μέρισμα» που κυκλοφορεί μαζί με την ετήσια καθιερωμένη έκδοση «Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟ 2007», μια έκδοση με την σφραγίδα της «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ» και το κύρος του «ECONOMIST».

Από μόνοι τους οι όροι «επιχειρηματική ηθική» και «ηθική εταιρική διακυβέρνηση» προκαλούν πολλά ερωτηματικά. Και το περίεργο είναι ότι προκαλούν την αντίδραση τόσο των φανατικών υπέρμαχων της ελεύθερης αγοράς, όσο και των πολέμιών της. Οι μεν διερωτώνται: γιατί μία επιχείρηση θα πρέπει να ασχολείται με την ηθική και όχι μόνο με την αύξηση των κερδών της; Οι ενάντιοι της ελεύθερης αγοράς υποστηρίζουν ότι δεν είναι δυνατόν, εξ ορισμού, μία επιχείρηση να είναι ηθική, γιατί χρησιμοποιεί κάθε μέσο, θεμιτό ή αθέμιτο, για να επιτύχει την πολυπόθητη για αυτήν κερδοφορία.

Είναι, άλλωστε, γνωστή η απάντηση του, προσφάτως εκλιπόντος, διάσημου οικονομολόγου Μίλτον Φρίντμαν σε συνέντευξή του το 1974 ότι τα στελέχη των επιχειρήσεων, πέρα από την τήρηση των νόμων, δεν έχουν καμία άλλη ευθύνη (κοινωνική ή άλλη), παρά μόνον την αύξηση των κερδών για τους μετόχους των επιχειρήσεών τους.

Ωστόσο, όπως πάντα, η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση. Δηλαδή και μπορεί και πρέπει μία επιχείρηση να ακολουθεί τους κανόνες της ηθικής εταιρικής διακυβέρνησης.

Η αμφισβήτηση
Ένα πρώτο ερώτημα που προκύπτει είναι: Τι περιλαμβάνει ο όρος επιχειρηματική ηθική; Αναφέρεται μόνο στην τήρηση των νόμων του κράτους, από την επιχείρηση; Ή συμπεριλαμβάνει και την τήρηση των άγραφων «νόμων» και κανόνων μιας κοινωνίας;

Επιπλέον, πολλοί ρωτούν: όλη αυτή η συζήτηση περί εταιρικής κοινωνικής ευθύνης και επιχειρηματικής ηθικής είναι αληθινή και ουσιαστική; Ή είναι απλώς μία μόδα; Οι ακόμη πιο καχύποπτοι αναρωτιούνται: είναι μήπως η χρήση αυτών των όρων ο νέος τρόπος για να επεκταθεί περαιτέρω ο καπιταλισμός, κάμπτοντας προσωρινά τις ενστάσεις ευαίσθητων, πρώην διεθνιστών, που τώρα αντιστέκονται στην παγκοσμιοποίηση; Μήπως, δηλαδή, είναι μόνο ένα επικοινωνιακό -«μαρκετίστικο» τρικ που λειτουργεί ως ο δούρειος ίππος της επέκτασης του κεφαλαίου;

Ακόμη και αν η απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα είναι καταφατική, το σίγουρο είναι ότι η συζήτηση περί της επιχειρηματικής ηθικής και του ορθού τρόπου εταιρικής διακυβέρνησης προκύπτει πλέον ως ανάγκη για την κάλυψη των νέων εξελίξεων-προκλήσεων στο χώρο της επιχειρηματικότητας διεθνώς. Και είναι, επίσης, σαφές ότι η ενασχόληση με τους δύο αυτούς όρους αυξήθηκε κατακόρυφα μετά την αποκάλυψη των μεγάλων εταιρικών σκανδάλων στις Η.Π.Α. το 2000 (π.χ. Enron, Worldcom).

Τα νέα δεδομένα
Στις μέρες μας τα ηθικά ζητήματα-διλήμματα για μία επιχείρηση έχουν γίνει περισσότερο περίπλοκα, λόγω της παγκοσμιοποιημένης και διαφοροποιημένης φύσης των μεγάλων πολυεθνικών εταιριών, καθώς και λόγω της πολυπλοκότητας των κυβερνητικών κανονισμών που καθορίζουν τα όρια της παραβατικής συμπεριφοράς σε κάθε χώρα.

Έτσι, η έννοια της ηθικής εταιρικής διακυβέρνησης καθίσταται πολύ σχετική και εξαρτάται από τους νόμους, τα ήθη και τα έθιμα κάθε χώρας στην οποία δραστηριοποιείται μία επιχείρηση. Για παράδειγμα, κάτι που στην Ελλάδα θεωρείται επιχειρηματικά ανήθικο μπορεί να είναι κοινή πρακτική σε κάποια άλλη χώρα. Αυτό ακριβώς το γεγονός είναι που δημιουργεί την ανάγκη θέσπισης κοινών υπερεθνικών κανόνων για την επιχειρηματικότητα και την εταιρική διακυβέρνηση.

Κρίνεται, λοιπόν, αναγκαία η ύπαρξη και ο καθορισμός ενός κοινά αποδεκτού, αλλά και ιδιαίτερα ικανού, πλαισίου επιχειρηματικής πρακτικής, το οποίο να απαντά στις προκλήσεις της εποχής.

Προκλήσεις που προκύπτουν από τη ραγδαία πτώση των εμπορικών και οικονομικών συνόρων και τη δημιουργία εταιρειών με προϋπολογισμούς μεγαλύτερους από αυτούς των κρατών μέσα στα οποία δραστηριοποιούνται. Σε αρκετές περιπτώσεις, λοιπόν, προκύπτει το ερώτημα αν το κράτος μέσα στο οποίο λειτουργούν έχει τη δύναμη να τους επιβάλει τους νόμους και τους κανόνες που εκείνο θεωρεί απαραίτητους.

Η ενίσχυση, λοιπόν, των εννοιών της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης και της επιχειρηματικής ηθικής έρχεται πολλές φορές να καλύψει την αδυναμία των εθνικών κυβερνήσεων να θεσπίσουν τους όρους και τους κανόνες στην πολυεθνική δραστηριότητα μιας επιχείρησης. Ωστόσο, δεν πρέπει να υποκαθιστούν σε καμία περίπτωση τις εθνικές πολιτικές, αλλά να δρουν συμπληρωματικά προς αυτές, καθώς και προς αυτές των διεθνών οργανώσεων (π.χ. Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, Ευρωπαϊκή Ένωση, κα). Απαιτείται, δηλαδή, ο συνδυασμός ενός εθνικού ή υπερεθνικού νομοθετικού πλαισίου που δε νοθεύει τον ανταγωνισμό και ενός δυναμικού -μη στατικού- Κώδικα δεοντολογίας και συμπεριφοράς των επιχειρήσεων.

[Σε ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο, στην έκδοση Harvard Business Review του Δεκεμβρίου του 2005, οι καθηγητές Lynn Paine, Rohit Deshpandé, Joshua Δ. Margolis, και Kim Eric Bettcher προτείνουν οκτώ (8) Ηθικές Αρχές Διακυβέρνησης που ονομάζουν Συνολικό Κώδικα Επιχειρησιακών Προτύπων (Global Business Standards Codex - GBS Codex). Ενδεικτικά αυτές οι αρχές σύμφωνα με τους συγγραφείς του άρθρου είναι:

1. Η αρχή της Πίστης.
2. Η αρχή της Ιδιοκτησίας.
3. Η αρχή της Αξιοπιστίας.
4. Η αρχή της Διαφάνειας.
5. Η αρχή της Αξιοπρέπειας.
6. Η αρχή της Δικαιοσύνης.
7. Η αρχή της Υπηκοότητας.
8. Η αρχή της Ανταπόκρισης.]


Η απάντηση
Στην προσπάθεια καθορισμού και εφαρμογής ενός ηθικού εταιρικού τρόπου διακυβέρνησης θα πρέπει να γίνει ιδιαίτερη μνεία στο ρόλο και τη σημασία των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων και των οργανώσεων των καταναλωτών, οι οποίες μπορούν να αποτελέσουν ουσιαστικό παράγοντα ζήτησης επιχειρηματικής ηθικής και δράσεων εταιρικής κοινωνικής ευθύνης από τις επιχειρήσεις. Η δράση αυτών των οργανώσεων μπορεί να αποβεί εξαιρετικά εποικοδομητική ασκώντας εξωτερική πίεση, ώστε οι επιχειρήσεις να ακολουθούν τον ηθικό τρόπο εταιρικής διακυβέρνησης και να λαμβάνουν υπόψη τους την περιβαλλοντική και κοινωνική διάσταση κατά τη λήψη των αποφάσεων. Η ανταπόκριση των επιχειρήσεων στα μηνύματα της κοινωνίας των πολιτών επηρεάζει θετικά την εταιρική τους φήμη και εικόνα και συνεπώς τη συμπεριφορά του καταναλωτικού κοινού και των επενδυτών απέναντί τους.

[Στη Μεγάλη Βρετανία υπολογίζεται ότι υπάρχει μια, σχετικά μικρή, μερίδα επενδυτών, οι οποίοι όμως λαμβάνουν αρκετά σοβαρά υπόψη την ηθική παράμετρο και επενδύουν συνολικά κεφάλαια περίπου 5 δισ. £.]


Η ανάγκη για έξυπνη ανάπτυξη
Αν θέλουμε, λοιπόν, την ενίσχυση και επέκταση της ανάπτυξης σε παγκόσμιο επίπεδο οφείλουμε να επιδιώκουμε την έξυπνη και διατηρήσιμη ανάπτυξη. Την ανάπτυξη που στηρίζεται σε μία νέα εταιρική διακυβέρνηση και ένα νέο τρόπο λειτουργίας των εταιρειών και των αγορών. Αυτό που κάποιοι πολύ εύστοχα αποκαλούν «Καπιταλισμός 2.0» (Capitalism 2.0). Αυτή είναι η απάντηση στις έγνοιες όσων ανησυχούν για την ανεξέλεγκτη παγκοσμιοποίηση και αυτή είναι η απάντηση στη βιώσιμη ανάπτυξη, τα μεγάλα κοινωνικά και περιβαλλοντικά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο πλανήτης μας.

Αυτή είναι ίσως η απάντηση και στο ερώτημα που διατύπωνε, στις αρχές Σεπτεμβρίου σε ένα άρθρο του στην εφημερίδα «Η Καθημερινή», ο κ. Σωκράτης Τσίχλιας: «στον κόσμο των ελεύθερων αυτορυθμιζόμενων αγορών, ένα κρίσιμο ηθικό και φιλοσοφικό ερώτημα: το κέρδος, που θεωρητικά κινεί τον πλανήτη, είναι αυτοσκοπός και ύψιστη αξία ή απλώς θεμιτό και αναγκαίο αποτέλεσμα του επιχειρείν;».

Σε αυτό το πνεύμα, θεωρώ πως στόχος όλων: πολιτών, εταιρειών, κρατών και υπερεθνικών οργανισμών, πρέπει να είναι η συνεργασία για την αύξηση του οικονομικού, περιβαλλοντικού και κοινωνικού μερίσματος για όλους μας.

Δεκεμβρίου 18, 2006

"Copy" και "Paste special"· επειγόντως !!

Η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας ή των επιχειρήσεων βρίσκεται τα τελευταία χρόνια στο καθημερινό πολιτικό και οικονομικό λεξιλόγιο όλων.

Βασική παράμετρος της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας είναι η αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων, αλλά και η διαφοροποίηση.

Σε αυτή τη μάχη για την ανταγωνιστικότητα, η χώρα μας έχει ένα μοναδικό συγκριτικό πλεονέκτημα. Αυτό είναι το γεγονός ότι δεν βρίσκεται στην πρωτοπορία των εξελίξεων.

Όσο και αν φαίνεται οξύμωρο και παράξενο, το συγκεκριμένο γεγονός αποτελεί σοβαρό συγκριτικό πλεονέκτημα για εμάς.

Και αυτό γιατί η Ελλάδα, δεν χρειάζεται ούτε να εφευρέσει τον τροχό, ούτε τον τρόπο λειτουργίας και εποπτείας των ιδιωτικών πανεπιστημίων. Η Ελλάδα δεν χρειάζεται να εφεύρει ούτε το διαδίκτυο, ούτε το gprs ή το bluetooth. Παρόλο που όλα τα παραπάνω τα χρησιμοποιούμε όλοι.

Αυτό που χρειάζεται να κάνουμε είναι να αξιοποίησουμε τις εμπειρίες των άλλων, να γίνουμε δηλαδή, λίγο, "Ιάπωνες".

Να αντιγράψουμε τους άλλους, αυτούς που εφαρμόσαν τις αλλαγές και να μάθουμε από τα λάθη τους. Άλλωστε σοφοί είναι αυτοί που μαθαίνουν από τα παθήματα των άλλων και όχι αυτοί που μαθαίνουν μόνον από τα δικά τους παθήματα.

Αυτό είναι το μεγάλο συγκριτικό πλεονέκλτημα της Ελλάδας. Ότι δηλαδή για να καινοτομήσουμε σε εθνικό επίπεδο, χρειάζεται να αντιγράψουμε έξυπνα εφαρμοσμένες λύσεις και πολιτικές σε διεθνές επίπεδο.

Δεκεμβρίου 03, 2006

Η πολιτική επικοινωνία στην εποχή της δικτυακής επανάστασης

* Δημοσιεύθηκε το Σάββατο 2 Δεκεμβρίου 2006, στο τεύχος Δεκεμβρίου της σειράς "Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΕΙΔΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ - THE ECONOMIST"

Σε πρόσφατο άρθρο του με τίτλο «Ποιός είναι ο David Cameron;», ο Economist (30 Σεπτεμβρίου 2006), παρ’ ότι χαρακτήριζε τον David Cameron ως τη νέα λαμπρή ελπίδα των Συντηρητικών, επεσήμαινε ότι, μέχρι τώρα, ο ηγέτης των Συντηρητικων είναι περισσότερο στυλ και λιγότερο ουσία (“…is all style and not enough substance”).

Για λόγους, λοιπόν, στυλ ή ουσίας - αυτό μένει να αποδειχθεί - ο David Cameron ξεκίνησε το Σεπτέμβριο τη δική του διαδραστική ιστοσελίδα (www.webcameron.org.uk) στο διαδίκτυο, ώστε να επικοινωνεί online με τους φίλους και οπαδούς του κόμματός του. Στην ιστοσελίδα του ο Cameron στέλνει τα καθημερίνα του μηνύματα, σημειώνει τις σκέψεις και τις απόψεις του σχετικά με θέματα της επικαιρότητας, προβάλει τις θέσεις του για τη Βρετανία και την Ευρώπη, ζητά τις απόψεις των επισκεπτών της ιστοσελίδας. Ως εδώ καλά, τίποτα το εξαιρετικά πρωτότυπο.

Το καινοτόμο στοιχείο που κάνει την ιστοσελίδα του Dave, όπως θέλει να τον αποκαλούν, να ξεχωρίζει είναι ότι σε αυτή προβάλλονται ζωντανά συζητήσεις του με συνεργάτες, ομιλίες του, στιγμιότυπα από επισκέψεις του σε περιοχές και πόλεις της Μ. Βρετανίας, της Ινδίας αλλά και δηλώσεις του προς τους επισκέπτες της ιστοσελίδας. Σύμφωνα με αναλυτές, η ιστοσελίδα αυτή είναι μέρος μιας ευρύτερης πρωτοβουλίας του αρχηγού των Συντηρητικών που στοχεύει στο να καταστήσει τους Συντηρητικούς ένα από τα πλέον τεχνολογικά προηγμένα κόμματα της Ευρώπης και να δώσει στον Cameron τη δυνατότητα να προσεγγίσει τη γενιά του blogging.

Σε ένα από τα πρώτα του μηνύματα που περιγράφει τους στόχους της ιστοσελίδας του, ο Cameron, προβάλλοντας την ανάγκη για κάθαρση και διαφάνεια στην πολιτική (clean politics) αναφέρει: «Θέλω, μέσω της ιστοσελίδας, να σας πω τι κάνει το Συντηρητικό κόμμα, με τι ασχολείται, να σας δώσω πρόσβαση στα παρασκήνια, ώστε να δείτε πραγματικά τις πολιτικές που αναπτύσσουμε, τα πράγματα που κάνουμε και να έχετε αυτή την απευθείας σύνδεση. Αυτός είναι ένας από τους τρόπους με τον οποίο θέλουμε να επικοινωνήσουμε στους πολίτες σωστά το τι ακριβώς αντιπροσωπεύει το Συντηρητικό Κόμμα». Και συνεχίζει: «Δεν αρκεί να μιλάμε μόνο για τη γενιά του Google, αλλά πρέπει να καταλάβει κανείς τί είναι αυτή γενιά και πώς θέλει να επικοινωνεί.»

Και για να το κάνει αυτό ο Cameron χρησιμοποιεί το πιο πρόσφορο για αυτή τη δουλειά μέσο που διαθέτουμε σήμερα, το διαδίκτυο. Η άμεση επικοινωνία που επιθυμεί να εγκαινιάσει και να ενδυναμώσει μεταξύ του ιδίου και των οπαδών του κόμματός του, βρίσκει πρόσφορο έδαφος για να αναπτυχθεί μέσω του διαδικτύου.

Σε συνέδριο για την πληροφορική που διοργανώθηκε πρόσφατα στην Ουάσινγκτον από την Επιτροπή Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών της Ακαδημίας Επιστημών των Η.Π.Α. με τίτλο «Συμπόσιο 2016», οι περισσότεροι ομιλητές υπογράμμισαν, όχι μόνο τον αντίκτυπο της πληροφορικής στο χώρο των επιστημών, αλλά και την ακόμα μεγαλύτερη επιρροή της στις κοινωνικές επιστήμες και τη χάραξη πολιτικής.

Άλλωστε η εξάπλωση του διαδικτύου, όπως υποστήριξαν, οδηγεί στην ολοένα και μεγαλύτερη σύνδεση των κοινωνικών και των τεχνολογικών – εικονικών δικτύων ανθρώπων και σχέσεων. Μία σύνδεση την οποία οι πολιτικοί ηγέτες καλό είναι να παρακολουθούν, αλλά κυρίως να ακολουθούν, αν επιθυμούν την επιβίωση και την μακροημέρευσή τους.

Ωστόσο προβάλλει καίριο το ερώτημα: αποτελεί η νέα μορφή επικοινωνίας, μέσω των blogs και του διαδικτύου, αναβάθμιση της σχέσης των πολιτικών με τους πολίτες; Αποτελούν τα νέα μέσα αξιόπιστα μέσα ενημέρωσης και επικοινωνίας; Χρειάζεται κάποιος να δει τον David Cameron στην κουζίνα μ ετην κόρη του για να τον ψηφίσει και να εκτιμήσει τις πολιτικές του ικανότητες; Αυτή είναι προφανώς μία άλλη συζήτηση.

Πολλοί υποστηρίζουν ότι οι νέες τεχνολογίες και το διαδίκτυο αυξάνουν, απλώς, την ψευδαίσθηση της απευθείας επικοινωνίας των πολιτών με τους πολιτικούς και τους ηγέτες τους.

Ποιός είναι τελικά ο αντίκτυπος των ιστοσελίδων και των blogs των πολιτικών στη διαμόρφωση της καθημερινής πολιτικής ατζέντας, ιδιαίτερα στη χώρα μας, όπου η ενασχόληση των πολιτών και ψηφοφορών με το διαδίκτυο βρίσκεται σε εμβρυακό επίπεδο συγκριτικά με την υπόλοιπη Ευρώπη;

Χρειάζεται στην ανάλυσή μας να προσθέσουμε μία ακόμη παράμετρο, περισσότερο ποιοτική και λιγότερο ποσοτική. Ή αν θέλετε χρειάζεται να σταθμίσουμε τα ποσοτικά στοιχεία, τα οποία επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι για τους περισσότερους στη χώρα μας η χρήση του διαδικτύου φαίνεται να αποτελεί περιττή πολυτέλεια.

Ωστόσο, επειδή η ποσότητα, ακόμη και στα δημοκρατικά πολιτεύματα δεν λέει πάντα όλη την αλήθεια, θα πρέπει κάποιος για να μην κάνει λανθασμένες εκτιμήσεις να συνυπολογίσει και τα ποιοτικά δεδομένα. Δηλαδή την ειδική πολιτική βαρύτητα[1] του κοινού που χρησιμοποιεί το διαδίκτυο και τη δυναμική των κοινωνικών ή καλύτερα των πνευματικών-ιδεολογικών ομάδων, των ιδεών και των σκέψεων που συγκροτούνται και αναπτύσσονται μέσω του διαδικτύου.

Κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι η άμεση επαφή με τους πολίτες και ψηφοφόρυς δεν είναι απαραίτητη ή δεν εξακολουθεί να είναι ιδιαίτερα σημαντική στη χώρα μας. Άλλωστε αν η εποχή της χειραψίας[2] έχει περάσει ανεπιστρεπτί ή όχι για τους πολιτικούς, ο χρόνος θα δείξει. Το σίγουρο είναι ότι και τα δύο είδη επικοινωνίας (άμεση και διαδικτυακή) έχουν και πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα και είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι το ένα είδος δεν μπορεί να υποκαταστήσει το άλλο.


Οι νέες τεχνολογίες και οι νέες μορφές επικοινωνίας μπορούν να προσφέρουν πολλά στις σχέσεις πολίτη-πολιτικού όταν κινούνται με σκοπό τη διαφάνεια και την αμεσότητα (την ενίσχυση της σχέσης εμπιστοσύνης, μεταξύ πολιτικών και πολιτών) και όχι την μετατροπή της πολιτικής σε big brother. Ο κίνδυνος που πάντα ελλοχεύει και περιγράφει εύστοχα ο καθηγητής Τάσος Γιαννίτσης[3], είναι ο πολιτικός της σκέψης «politicus sapiens» να παραχωρήσει πλήρως τη θέση του στον πολιτικό της εικόνας «politicus videns» και ο δημόσιος χώρος να συρρικνωθεί σε ένα «χώρο θέασης».

[1] Σύμφωνα με μελέτη του «Παρατηρητηρίου για την Κοινωνία της Πληροφορίας» μόνο το 21% των ερωτηθέντων δήλωσαν χρήστες του διαδικτύου. Ωστόσο το ποσοστό αυτό φτάνει το 55% για κατόχους πτυχίου ανώτατης εκπάιδευσης και το 80% μεταξύ των κατόχων μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών.
[2] Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με πρόσφατο δημοσίευμα των New York Times, το ρεκόρ Guinness για τις περισσότερες χειραψίες σε ένα οκτάωρο κατέχει ο Δημοκρατικός Κυβερνήτης του Νέου Μεξικού Bill Richardson, 13.392 χειραψίες στην έκθεση του Νέου Μεξικού το 2002.
[3] Γιαννίτσης Τάσος (2005), Η Ελλάδα και το μέλλον, πραγματισμός και ψευδαισθήσεις, Αθήνα, Πόλις.