* Δημοσιεύθηκε την Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2007 στην ελληνική έκδοση του Economist που κυκλοφορεί με την "Καθημερινή".
Η φετινή βράβευση του πρώην αντιπροέδρου των ΗΠΑ κ. Al Gore και της διακυβερνητικής επιτροπής του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή (IPCC - Intergovernmental Panel on Climate Change) με το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης, αποδεικνύει ότι το θέμα της προστασίας του περιβάλλοντος βρίσκεται πλέον στην κορυφή της διεθνούς πολιτικής θεματολογίας (ατζέντας). Σημειώνουμε ότι ο Al Gore χαρακτηρίστηκε από τη νορβηγική επιτροπή Νόμπελ ως ο άνθρωπος με τη μεγαλύτερη συμβολή στη συνειδητοποίηση, σε παγκόσμια κλίμακα, των μέτρων που απαιτούνται για τη σωτηρία του πλανήτη.
Η συμβολική, αλλά και ουσιαστική, αυτή κίνηση της νορβηγικής επιτροπής Νόμπελ δείχνει σε όλο τον κόσμο την πρόκληση που αντιμετωπίζουμε όλοι σε καθημερινό επίπεδο για την αντιμετώπιση του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής. Η διπλή μάλιστα αυτή βράβευση θεωρούμε ότι έχει κι έναν ισχυρό συμβολισμό. Βραβεύεται στο πρόσωπο του Al Gore, ο πρώην πολιτικός αλλά και ο νυν πολίτης που ασχολείται ενεργά με την προώθηση της ιδέας της προστασίας του περιβάλλοντος. Ταυτόχρονα, βραβεύεται μία διακυβερνητική επιτροπή του ΟΗΕ. Η νορβηγική επιτροπή επιδιώκει έτσι να στείλει το διπλό μήνυμα ότι η αντιμετώπιση του φαινομένου απαιτεί την ξεχωριστή προσωπική προσπάθεια του καθενός από εμάς (πολίτη και πολιτικού), αλλά και τη στενή διεθνή συνεργασία σε επίπεδο κρατών.
Με αυτή τη βράβευση ενισχύεται, όπως επισημαίνει και η Wall Street Journal (στις 13 Οκτωβρίου 2007, σε άρθρο των Jackie Calmes και Jeffrey Ball), το αίσθημα ευθύνης όλων απέναντι στο φαινόμενο της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Παράλληλα, σε παγκόσμιο επίπεδο, αυξάνονται και οι απαιτήσεις της κοινωνίας των πολιτών για τη λήψη μέτρων από τη μεριά της πολιτείας, αλλά και τη συμμόρφωση των επιχειρήσεων στα νέα δεδομένα και τις νέες συνθήκες. Οι πολίτες πιέζουν για περισσότερο περιβαλλοντικά ευαίσθητη λειτουργία των επιχειρήσεων και για αντίστοιχους κανόνες.
Ετσι για τις επιχειρήσεις, το θέμα της υπερθέρμανσης του πλανήτη και τα μέτρα για την αντιμετώπισή της αποτελούν μία από τις μεγαλύτερες οικονομικές και στρατηγικές προκλήσεις. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι η κλιματική αλλαγή επηρεάζει άμεσα τον τρόπο λειτουργίας των επιχειρήσεων και τις σχέσεις τους με το περιβάλλον που είναι εγκατεστημένες, τους προμηθευτές τους, τους πελάτες τους.
Θα πρέπει λοιπόν οι επιχειρήσεις να αντιμετωπίσουν στρατηγικά τη συγκεκριμένη πρόκληση. Να κατανοήσουν την ουσία του προβλήματος ή καλύτερα της πρόκλησης και να αποκτήσουν ένα ουσιαστικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών τους.
Είναι χαρακτηριστικές οι αναφορές που γίνονται στο πρόσφατο τεύχος του Harvard Business Review από δύο καθηγητές του διάσημου αμερικανικού πανεπιστημίου, τον Michael Porter και τον Forest Reinhardt, οι οποίοι επισημαίνουν, ίσως και λίγο κυνικά, ότι: «Οι επιχειρήσεις που εμμένουν να αντιμετωπίζουν την κλιματική αλλαγή απλώς ως ζήτημα εταιρικής κοινωνικής ευθύνης και όχι ως ένα βασικό επιχειρησιακό πρόβλημα, θα διακινδυνεύσουν με τις χειρότερες συνέπειες γι’ αυτές». Και συνεχίζουν γράφοντας ότι: «Μερικές εταιρείες, στο στάδιο της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, θα βρουν ευκαιρίες να ενισχύσουν ή να επεκτείνουν την ανταγωνιστική τους θέση με τη δημιουργία προϊόντων (όπως τα υβριδικά αυτοκίνητα) που εκμεταλλεύονται τις νέες συνθήκες που απαιτεί η κλιματική αλλαγή».
Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο έχουμε ήδη την εμφάνιση και χρήση παγκοσμίως του όρου κλιματική ανταγωνιστικότητα (climate competitiveness). Η «κλιματική ανταγωνιστικότητα» για μία επιχείρηση επηρεάζεται κυρίως από δύο παράγοντες. Ο ένας είναι η έκθεση της επιχείρησης στους κινδύνους της κλιματικής αλλαγής, αλλά και στα κόστη που θα επιφέρουν οι πολιτικές για τον περιορισμό της, και ο δεύτερος παράγοντας είναι το αν και κατά πόσο θα μπορέσει να αξιοποιήσει τις νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες που θα προκύψουν από τα μέτρα για την αντιμετώπιση του φαινομένου.
Με αφορμή τη διπλή αυτή όψη (θετική και αρνητική) της νέας πρόκλησης για τις επιχειρήσεις, θα πρέπει όλοι λοιπόν να κατανοήσουμε ότι οι δράσεις για την προστασία του περιβάλλοντος μπορεί να έχουν βραχυπρόθεσμα κάποιο οικονομικό κόστος, ωστόσο μακροπρόθεσμα θα οδηγήσουν τον πλανήτη σε μία νέα κατάσταση ισορροπίας (οικονομικής, κοινωνικής και περιβαλλοντικής), που θα μας ωφελήσει όλους. Στόχος, λοιπόν, είναι να καταπολεμήσουμε την αδράνεια του συστήματος και τα στερεότυπα παλαιότερων εποχών ότι η οικονομική ανάπτυξη δε συμβαδίζει με την προστασία του περιβάλλοντος.
Σε αυτό το σημείο αξίζει να θυμηθούμε, λοιπόν, την απάντηση που έδωσε ο Al Gore στο δημοσιογράφο Αλέξη Παπαχελά, στη συνέντευξη που του παραχώρησε τον περασμένο Ιούνιο, κατά την επίσκεψή του στη χώρα μας:
«Πιστεύετε ότι αυτή η εκστρατεία σας έχει αντίκτυπο στις πολιτικές αποφάσεις;»
«Πιστεύω πως αρχίζει να έχει ένα μικρό αντίκτυπο, αλλά δεν βρισκόμαστε ούτε καν κοντά στο σημείο που χρειάζεται. ...Οι αλλαγές που χρειάζεται να κάνουμε είναι αυτές που θα βελτιώσουν τις ζωές μας, τις δουλειές μας, θα κάνουν τις επιχειρήσεις μας επικερδέστερες, αλλά η αλλαγή πάντα δείχνει δύσκολη, ακόμα κι όταν είναι καλή για εμάς».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου