Ιανουαρίου 18, 2008

Κατά κεφαλήν μαζοχισμός, Tου Xρήστου Γιανναρά

Εκτενές απόσπασμα από την "Καθημερινή" της Κυριακής 13 Ιανουαρίου 2008.
Σημείωση: Δυστυχώς είναι δύσκολο να διαφωνήσεις με κάποιες από τις επισημάνσεις του Καθηγητή.


Όταν μιλάμε για «επίπεδο κατά κεφαλήν καλλιέργειας» σε μια κοινωνία, τι εννοούμε;
Μάλλον τον μέσο όρο σε επιδόσεις ανάπτυξης νοητικών ικανοτήτων, ευαισθησίας, διαισθητικής αντίληψης, βουλητικού σθένους, εκφραστικής αρτιότητας. Τον μέσο όρο, για παράδειγμα, στην ικανότητα κατανόησης προτάσεων με απλά νοήματα, όχι περίπλοκη σύνταξη, όχι εξειδικευμένη ορολογία. Στην ικανότητα αξιολογικών κρίσεων, διακρίσεων του λογικά ορθού από το λογικά εσφαλμένο. Στην αξιολόγηση ποιοτήτων, της καλύτερης από τη χειρότερη, της ανώτερης από την κατώτερη, με χρήση κοινωνούμενων εμπειρικών κριτηρίων, δηλαδή λογικής αποδεικτικής. Στην ικανότητα διάκρισης του ορθολογικά συναγόμενου πρακτέου από τον ανορθολογισμό ψυχολογικών εμμονών, αναστολών, εθισμών στη σιγουριά της επανάληψης.

Αν αυτά περίπου εννοούμε μιλώντας για «επίπεδο κατά κεφαλήν καλλιέργειας», τότε μοιάζει προφανής ο ρόλος δύο παραγόντων διαμόρφωσης αυτού του επιπέδου στην ελλαδική, ειδικά, κοινωνία σήμερα: Ο ρόλος μιας εκπαιδευτικής πρακτικής βασισμένης, δεκαετίες τώρα, στην προτεραιότητα της απομνημόνευσης, στην υποβάθμιση της κριτικής ικανότητας, της δημιουργικής αυτενέργειας. Και ο ρόλος μιας κοινωνικά ανεξέλεγκτης τηλεόρασης, με κριτήρια μόνο εμπορικά, δίχως συστολή χυδαία.

Η εκπαιδευτική υποβάθμιση του μέσου όρου κριτικής ικανότητας των Ελλήνων ευνόησε την αποτελεσματικότητα του κομματικού λαϊκισμού, την εμπορευματοποίηση της πολιτικής, διευκόλυνε τη μεθοδική κατάλυση της αξιοκρατίας σε κάθε πτυχή του συλλογικού βίου. Και η ευτέλεια, η μικρόνοια, ο αισθητικός εκβαρβαρισμός της τηλεοπτικής ποδηγέτησης των μαζών επέβαλε την απόλυτη κυριαρχία των εντυπώσεων, την υποκατάσταση της πολιτικής και οικονομικής πραγματικότητας από τον έντεχνο προπαγανδισμό ψευδαισθήσεων, την παραγωγή παραισθησιογόνων.

Ισως το πιο αποφασιστικό δεδομένο να είναι η απουσία κάθε οργανωμένης αντίδρασης ή αντίστασης τόσο στον εκπαιδευτικό αποκλεισμό του κριτικισμού όσο και στην τηλεοπτική μονοτροπία της ευτέλειας. Στη δεκαετία του ’80 (με σποραδικές επανεμφανίσεις και αργότερα) την υπεράσπιση της κριτικής σκέψης καμώθηκε ότι την αναλαμβάνει μια δήθεν αριστερή διανόηση, χωρίς βέβαια να αποτολμήσει και την κριτική της αποδέσμευση από τον δογματισμό του μαρξιστικού «αλαθήτου». Ακκίζονταν σαν υπέρμαχοι του κριτικισμού, τάχα πολέμιοι του «μυστικισμού» και «ανορθολογισμού», άνθρωποι που παγίδευσαν τα πανεπιστήμια (τη διδασκαλία και την έρευνα) στις ντιρεχτίβες μονοδιάστατης ιδεολογικής στράτευσης, πειθαρχημένοι οι ίδιοι άκριτα στον κομματικό «καθοδηγητή» τους.
Ανάλογη δήθεν υπεράσπιση της κριτικής σκέψης και από τους άλλους υποδειγματικούς εθελόδουλος του εκπαιδευτικού χώρου: τους συνδικαλιστές καπήλους της Αριστεράς. «Λειτουργοί» αυτοί της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, μανιακοί αρνητές κάθε κριτικής διαδικασίας και αξιολόγησης, που τα έκγονά τους περιφέρουν σήμερα σε «πορείες» την πιο εφιαλτική εικόνα νεανικής αποχαύνωσης: αναμηρυκάζουν ετοιματζίδικα συνθήματα προπορευόμενης ντουντούκας κραυγάζοντας παραίτηση από κάθε κριτική αυτονομία, ορθολογική εγρήγορση, ανεξάρτητη γνώμη, απροσκύνητο φρόνημα.

Για την τηλεοπτική ευτέλεια, μικρόνοια, αισθητική εκβαρβάρωση καμιά ποτέ πραγματική αντίδραση ή αντίσταση από κανένα κόμμα – μόνο ρητορική υποκρισία. Πώς να μιλήσει η δήθεν Αριστερά, αφού αυτή είναι η πρώτη διδάξασα (σε όποια χώρα κατέλαβε την εξουσία) τον φενακισμό της πραγματικότητας, την ολοκληρωτική επιβολή κατασκευασμένων εντυπώσεων. Και πώς να μιλήσουν οι υπόλοιπες κομματικές συντεχνίες της ιδιοτέλειας, που έσπευσαν να οικειοποιηθούν και να αναγάγουν σε προηγμένη επιστήμη «επικοινωνίας» τις γκαιμπελικές και σταλινικές μεθόδους πλύσης εγκεφάλου των μαζών, μετατρέποντας την πολιτική σε ανταγωνισμό προσεταιρισμού κεφαλαίων για διαφημιστική υπερίσχυση.

Ετσι μοιάζει να έχει φτάσει η ελλαδική κοινωνία σε ένα «επίπεδο κατά κεφαλήν καλλιέργειας», μάλλον απρόσιτο σε στατιστική προσέγγιση. Απρόσιτο, γιατί ο πληθωρισμός της ακρισίας και του ανορθολογισμού, η αποχαύνωση από την κομματική προπαγάνδα και την τηλεοπτική ποταπότητα έχει μεταβάλει τη χώρα, κατά την καραμανλική ρήση, σε ένα «απέραντο φρενοκομείο». Φέρνουν οι δημοσκοπήσεις στο φως ένα εξωφρενικό αλαλούμ: κραυγαλέες αντιφάσεις, απίστευτου παραλογισμού εκτιμήσεις, τέλεια αδυναμία να αξιολογηθεί η ποιότητα, η προσφορά, ακόμα και το συμφέρον.

Εμφανίζονται σε δημοσκοπήσεις οι Ελληνες να πιστεύουν κατά πλειονότητα (βλ. «Καθημερινή» 30.12.2007) ότι η δημοκρατία λειτουργεί καλύτερα όταν καταλύεται θεσμικά κάθε αξιοκρατία, κάθε κοινωνική ιεραρχία, κάθε έλεγχος ικανότητας και απόδοσης, ενώ παράλληλα ασκείται απροσχημάτιστη ιδεολογική τρομοκρατία, ιταμή επιβολή κομματικού κράτους· ότι η οικονομία της χώρας είναι στην καλύτερη κατάσταση όταν οι ιθύνοντες μοιράζουν παροχές και διορισμούς καταφεύγοντας σε τεράστιο δανεισμό με εγκληματική αφροσύνη· ότι σημαντικότερος ηγέτης είναι ο υπέρτερος στη δημαγωγία, αυτός που ψηφοθηρεί κολακεύοντας τα ορμέμφυτα του πλήθους σαρκώνοντας ο ίδιος το απενοχοποιητικό πρότυπο του αδίστακτου ηδονοθήρα, του αμοραλιστή τολμητία – είτε για το σεξ πρόκειται είτε για την εξουσία· ότι η σημαντικότερη παρουσία στο εμβληματικό ύπατο αξίωμα της πολιτείας μπορεί να είναι οποιαδήποπτε μετριότητα αποτυχημένου κομματάρχη στην οποία θα συγκλίνουν τα ενδοκουζινικά μαγειρέματα των κομματικών συμβιβασμών δοσοληψίας και ο παραλογισμός των δημοσκοπούμενων πεποιθήσεων, συγκρίσεων και εκτιμήσεων, επεκτείνεται και επιτείνεται δίχως ανάσχεση.

Με πρακτικό αποτέλεσμα, να καταπίνει η ελλαδική κοινωνία τα πάντα, να σκύβει ραγιάδικα το κεφάλι στον οποιοδήποτε εξωφρενικό βιασμό των στοιχειωδέστερων ανθρώπινων δικαιωμάτων.

Να συμπληρώνουν δεκαετίες δράσης οι «γνωστοί-άγνωστοι» ψυχανώμαλοι βασανιστές του κοινωνικού σώματος, ασύγκριτα πιο διεστραμμένοι από τους δημίους ολοκληρωτικών καθεστώτων και οι Ελληνες ψηφοφόροι να επιβραβεύουν με την ψήφο τους την ανικανότητα (ή τη συμπαιγνία με τον εφιάλτη) των λειτουργών του κράτους.

Καταπίνει η ελλαδική κοινωνία την παράνοια του «ακαδημαϊκού ασύλου», τον εξευτελισμό της λογικής με τη γελοιότητα των «διαλόγων».

Δεν υπάρχουν σχόλια: