Ιουνίου 29, 2010

Δημόσιος Τομέας: σε αναζήτηση νέου υποδείγματος λειτουργίας

Η τρέχουσα οικονομική κρίση έφερε στην επιφάνεια τα αδύναμα στοιχεία του αναπτυξιακού υποδείγματος της Μεταπολίτευσης. Όλοι τα αναγνωρίζαμε εδώ και καιρό, αλλά ελάχιστοι - και ακόμα και αυτοί για λίγο- κατάφεραν να τα αλλάξουν ή να τα εξαλείψουν. Παράλληλα, η διεθνής προβληματική οικονομική συγκυρία μεγέθυνε αυτές τις εγγενείς αδυναμίες του ελληνικού μεταπολιτευτικού οικονομικο-πολιτικού συστήματος και επιτάχυνε την ανάγκη για αλλαγές. Όπως έχει αναφέρει αρκετές φορές ο Πρόεδρος της ΝΔ κ. Αντώνης Σαμαράς, το οικονομικό υπόδειγμα των τελευταίων τριάντα ετών χρεοκόπησε. Μαζί του όμως χρεοκόπησε στα μάτια της πλειονότητας των πολιτών ολόκληρο το πολιτικο-κοινωνικό μοντέλο που εξέθρεψε αυτό το οικονομικό υπόδειγμα. Ένα μοντέλο που από κάποιο σημείο και μετά σταμάτησε να έχει τα αρχικά οφέλη της ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής και της ενδυνάμωσης των δημοκρατικών θεσμών, όπως ευαγγελιζόταν, και λειτουργούσε στρεβλά. Ένα μοντέλο κατά κανόνα κλειστό σε νέες ιδέες και νέους ανθρώπους, το οποίο παγιδευμένο σε ατυχείς ιδεοληψίες απογοήτευε κάθε νέο Έλληνα που ήθελε να ανοίξει τα φτερά του και να προσπαθήσει να χρησιμοποιήσει τη δημιουργικότητά του για να ανταγωνιστεί, με ίσους όρους, στην αγορά εργασίας ή στο επιχειρηματικό πεδίο. Φυσικά αυτή η προσέγγιση δεν συμπαρασύρει και διαγράφει τα πάντα και τους πάντες, αλλά εν πολλοίς ήταν ο κανόνας και σε τελική ανάλυση είναι η εικόνα που έχει η πλειονότητα των πολιτών σήμερα-και αυτό μετράει.

Πέρα από τον πολιτικό κόσμο και τους ίδους τους πολίτες, μεγάλη ευθύνη σε αυτή την κατάσταση που διαμορφώθηκε, από το 1981 και μετά, έχουν και οι ευρωπαίοι εταίροι μας, οι οποίοι εκ του αποτελέσματος κρίνοντας δεν ήλεγχαν όσο θα έπρεπε τη χρήση των πόρων που κατηύθυναν προς τη χώρα μας είτε για τη χρηματοδότηση μεγάλων έργων, είτε για την επιδότηση επιχειρήσεων και καλλιεργητών. Έτσι, σιγά σιγά τα «εύκολα» χρήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης χρηματοδότησαν ουσιαστικά την καλοπέραση των μικρομεσαίων και τη γιγάντωση συγκεκριμένων ομίλων επιχειρήσεων. Το κακό ήταν ότι λίγο πολύ καλομάθαμε όλοι και ξεχάσαμε να εργαζόμαστε ανταγωνιστικά: οι αγρότες περιμένοντας την επιδότηση, οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες αναμένοντας το επόμενο προγραμματάκι ή την επόμενη μελετούλα, οι δημόσιοι υπάλληλοι διαγκωνιζόμενοι για μια έμμισθη θέση σε κάποια καινούργια επιτροπή αξιολόγησης των ΚΠΣ, οι μεγαλοεπιχειρηματίες (εργολάβοι και προμηθευτές) «κυνηγώντας» την επόμενη ανάθεση. Παρέλυσε έτσι σταδιακά η παραγωγική διάρθρωση της χώρας και έγινε για πολλούς πιο θελκτική η αναμονή του κοινοτικού μάννα, παρά η πραγματική εργασία και η επιχειρηματική εξωστρέφεια που διέκρινε τους Έλληνες τα παλαιότερα, πολύ δυσκολότερα χρόνια.

Ανάγκη για νέο αναπτυξιακό υπόδειγμα

Απαιτείται λοιπόν, σήμερα όχι αύριο, ένα νέο οικονομικό-αναπτυξιακό υπόδειγμα που θα σηματοδοτήσει τη νέα μεταπολίτευση, θα προσφέρει ελπίδα και αισιοδοξία στον Έλληνα και θα δώσει ώθηση στην ελληνική οικονομία. Ένα νέο πρότυπο που θα αντιμετωπίζει τις βασικές αδυναμίες της ελληνικής μεταπολιτευτικής οικονομίας και θα αξιοποιεί τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας και των Ελλήνων.

Το νέο οικονομικό υπόδειγμα οφείλει να εμπνέει και να στοχεύει ψηλά. Για παράδειγμα, στα επόμενα 10 χρόνια:
 Να γίνει η Ελλάδα μία από τις δέκα πιο ανταγωνιστικές οικονομίες της Ευρωζώνης.
 Να ανέλθει το βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων μεταξύ των 10 υψηλότερων των χωρών της Ευρωζώνης.
 Να γίνει η Ελλάδα η καλύτερη χώρα για τις επιχειρήσεις και τις επενδύσεις στη Νοτιοανατολική Ευρώπη.
 Το αναπτυξιακό μέρισμα να διαχέεται δίκαια σε όλους τους πολίτες, σε όλη τη χώρα.

Απαιτείται να αποκτήσει επιτέλους η χώρα μία νέα ξεκάθαρη αποστολή (mission statement) για τα επόμενα 10 χρόνια, η οποία θα είναι τόσο αισιόδοξη για να κινητοποιεί, αλλά και τόσο ρεαλιστική ώστε να είναι εφικτή.


Τώρα, εν μέσω της οικονομικής κρίσης, είναι περισσότερο αναγκαίο από ποτέ να στείλουμε εντός και εκτός χώρας ισχυρά μηνύματα ότι αλλάζουμε, ότι βελτιωνόμαστε, ότι αντιμετωπίζουμε παθογένειες που μας αδικούν, που μας γυρνάν πίσω. Τώρα είναι η ώρα να μιλήσουμε για την αύξηση του παρονομαστή: του ΑΕΠ, που είναι ο παρανομαστής των δύο δεικτών που παλεύουμε να μειώσουμε: του ελλείμματος και του χρέους (ως ποσοστού του ΑΕΠ). Η αύξηση του ΑΕΠ θα οδηγήσει σε έναν ενάρετο κύκλο αντιμετώπισης των δημοσιονομικών προβλημάτων της χώρας. Και εδώ απαιτούνται γενναίες και δημοσιονομικά «ανορθόδοξες» πολιτικές. Πολιτικές αντικυκλικές που αυξάνουν την «πίτα», χωρίς όμως να επιδεινώνουν τα δημόσια οικονομικά.
Το νέο οικονομικό υπόδειγμα χρειάζεται να ανατρέψει το φαύλο κύκλο της ύφεσης που προκαλεί η τρέχουσα συγκυρία, να αξιοποιήσει τα ανταγωνιστικά μας πλεονεκτήματα, να απελευθερώσει το δυναμισμό του ελληνικού λαού, να εξαλείψει τις στρεβλώσεις στις αγορές, να διαχέει τις ευκαιρίες ανάπτυξης και να αξιοποιεί τις συνέργειες ανάμεσα σε κλάδους και επιχειρήσεις.

Βασικοί στόχοι του νέου υποδείγματος

Το νέο πρότυπο θα μπορέσει να υλοποιηθεί αν έχουμε:
 Εντυπωσιακή βελτίωση του επιχειρηματικού-επενδυτικού περιβάλλοντος,
 δημοσιονομική εξυγίανση: περιστολή σπατάλης-εξορθολογισμό δαπανών και διεύρυνση φορολογικής βάσης,
 ισχυρό, αποτελεσματικό κράτος, δίπλα στους πολίτες που το χρειάζονται.
Για να συμβούν αυτά οι βασικοί στόχοι του νέου υποδείγματος απαιτείται να περιλαμβάνουν:
- Την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας
- Την αύξηση του ποσοστού απασχόλησης: Νέες καλύτερες θέσεις για όλους και σε όλη τη χώρα
- Τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου
- Τη διαφάνεια για την επανάκτηση της εμπιστοσύνης των πολιτών και των επιχειρηματιών
- Την Περιφερειακή Ανάπτυξη
- Την αξιοπρεπή κοινωνική πρόνοια και στήριξη για όσους την έχουν πραγματικά ανάγκη

Η απαίτηση για νέο υπόδειγμα λειτουργίας του κράτους

Ωστόσο, η μετάβαση σε ένα νέο αναπτυξιακό υπόδειγμα περνά μέσα από την αναδιάταξη του ρόλου και της λειτουργίας του κράτους. Απαιτείται να εφαρμοσθεί προς αυτή την κατεύθυνση ένα νέο υπόδειγμα λειτουργίας του δημόσιου τομέα. Θα χρειαστεί η εφαρμογή ενός ολοκληρωμένου προγράμματος επιχειρησιακής αναδιάρθρωσης (business process re-engineering), με έμφαση στην ενίσχυση της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας των υπηρεσιών που προσφέρει το κράτος στους πολίτες, αλλά και την ενδυνάμωση του έντονου ελεγκτικού ρόλου που οφείλει να αναλάβει στην προάσπιση των κανόνων του υγιούς ανταγωνισμού. Μία αναδιάρθρωση με στόχο τον εξορθολογισμό και την καταπολέμηση των επικαλύψεων, των περιττών συναρμοδιοτήτων και «λευκών κενών» στο οργανόγραμμα της δημόσιας διοίκησης.
Στη χώρα μας ο ρόλος του δημόσιου τομέα είναι πολύ σημαντικός, μιας και το μέγεθός του κατευθύνει, έως σήμερα, σε μεγάλο ποσοστό τις τάσεις στην οικονομία. Σε όλες τις χώρες άλλωστε το μεγάλο μέγεθος του δημόσιου τομέα (στις χώρες του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης-ΟΟΣΑ αντιπροσωπεύει μεταξύ του 36 και 57% του ΑΕΠ, σύμφωνα με στοιχεία του 2004) καταδεικνύει τη σημασία και τον ισχυρό αντίκτυπο που έχουν οι όποιες αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας του στην ποιότητα ζωής των πολιτών και στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Ωστόσο, στην προσπάθεια να γίνει περισσότερο αποδοτικός ο δημόσιος τομέας δεν πρέπει να παραμεληθούν τα απαραίτητα στοιχεία καλής διακυβέρνησης, τα οποία η Παγκόσμια Τράπεζα συνοψίζει στα εξής τέσσερα:

1. Αποτελεσματική διαχείριση ανθρώπινου δυναμικού και οικονομικών πόρων.
2. Αυξημένη υπευθυνότητα στις δημόσιες υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένης της αποτελεσματικής λογιστικής, του ελέγχου και της διοικητικής αποκέντρωσης, ώστε να καθίστανται οι ανώτεροι δημόσιοι υπάλληλοι περισσότερο υπεύθυνοι για τις ενέργειές τους.
3. Συγκεκριμένο νομικό πλαίσιο, ώστε οι όροι και οι κανόνες να είναι γνωστοί εκ των προτέρων σε όλους.
4. Πληροφόρηση και διαφάνεια, προκειμένου να ενισχυθεί ο πολιτικός έλεγχος και η λογοδοσία, να προωθηθεί η δημόσια συζήτηση και να μειωθεί ο κίνδυνος της δωροδοκίας.

Σύνοψη πρόσφατων προτάσεων ΟΟΣΑ για την Ελλάδα

Βελτίωση του συντονισμού και της κεντρικής πολιτικής κατεύθυνσης:
1) Ενίσχυση του συντονισμού των πολιτικών
2) Εισαγωγή ξεκάθαρων οδηγιών για την εφαρμογή και την εποπτεία ποιοτικών κανονιστικών ρυθμίσεων
3) Απλοποίηση των διαδικασιών σύστασης επιχείρησης
4) Καθιέρωση ενός επαρκούς πλαισίου διαχείρισης.

Ενίσχυση της διαφάνειας και περιορισμός των διαχειριστικών κενών σχετικά με τον προϋπολογισμό για το προσωπικό
1) Περιορισμός ρυθμίσεων για συμβασιούχους
2) Περαιτέρω αύξηση της διαφάνειας στις προσλήψεις.

Βελτίωση της διαδικασίας κατάρτισης, παρακολούθησης και αξιολόγησης των προϋπολογισμών
1) Μετάβαση σε προϋπολογισμό προγραμμάτων με βάση πολυετές προγραμματισμό.
2) Εξέταση θέσπισης αυστηρότερου δημοσιονομικού κανόνα, ίσως με συνταγματική πρόβλεψη, για τον έλεγχο των δαπανών
3) Σύσταση κοινοβουλευτικής επιτροπής παρακολούθησης του προϋπολογισμού.

Βελτίωση των στατιστικών στοιχείων και της ανάλυσης
1) Απαίτηση για ανάλυση των επιπτώσεων των κανονιστικών ρυθμίσεων
2) Καθιέρωση συστηματικής και στρατηγικής αναθεώρησης των αναγκών της κυβέρνησης.

Ενίσχυση της διαχείρισης της αποδοτικότητας και της λογοδοσίας
1) Ενδυνάμωση των ισχυόντων μέτρων για την παρακολούθηση του προϋπολογισμού και επέκτασή τους σε άλλους τομείς
2) Ανάπτυξη συστήματος για τη διαχείριση της αποδοτικότητας
3) Εισαγωγή ενός πλαισίου ακεραιότητας (Integrity Framework)

Στρατηγικός σχεδιασμός

Στην κατάσταση που βρισκόμαστε σήμερα η εφαρμογή των αυτονόητων θα μπορούσε να αποφέρει θαυμαστά αποτελέσματα στη διαχείριση και την εξοικονόμηση πόρων, αλλά και την αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης. Ωστόσο απαιτείται και ένας νέος στρατηγικός σχεδιασμός.
Ένα πλάνο επανασχεδιασμού του ρόλου του δημόσιου τομέα θα ξεκινούσε από τον καθορισμό των προτεραιοτήτων και των στόχων που θα υπηρετεί ο δημόσιος τομέας στην νέα μεταπολίτευση. Ποιους ρόλους θα διατηρήσει, ποιους θα αφήσει και ποιους καινούργιους θα αναλάβει. Οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα θα ορίσουν τις προτεραιότητές του και αυτόματα θα οδηγήσουν στην κατάργηση και συγχώνευση φορέων και υπηρεσιών του δημοσίου που είτε δεν έχουν πλέον ρόλο, είτε ο ρόλος τους αλλάζει.

Εξάλειψη των αδικιών

Το στρατηγικό σχεδιασμό θα ακολουθούσε ο εξορθολογισμός, μέσω της άρσης των αδικιών. Οι αδικίες ευδοκιμούν στο δημόσιο τομέα σε αρκετά επίπεδα και δημιουργούν ένα μη παραγωγικό περιβάλλον εργασίας που εξαλείφει τα κίνητρα και οδηγεί ακόμη και τους πιο ευσυνείδητους υπαλλήλους, στην καλύτερη περίπτωση, σε παθητική στάση. Αντιμετωπίζοντας τις παθογένειες απαιτούνται αλλαγές στον τρόπο και τα κριτήρια υπηρεσιακής εξέλιξης, αλλά και στη μισθολογική πολιτική.

Όσον αφορά την υπηρεσιακή εξέλιξη εντός της ίδιας υπηρεσίας ή σε διαφορετικές υπηρεσίες του δημόσιου ή ευρύτερου δημόσιου τομέα απαιτείται ένα πλαίσιο αντικειμενικής αξιολόγησης, το οποίο θα ανταμείβει δίκαια όσους έχουν τα απαραίτητα προσόντα, αλλά και όσους έχουν υψηλή απόδοση στην εργασία τους.

Επιπλέον, απαιτείται εξορθολογισμός στις αμοιβές του Δημόσιου και ευρύτερου Δημόσιου Τομέα. Είναι άδικο και αντιπαραγωγικό να υπάρχουν τεράστιες αποκλίσεις στις αμοιβές εργαζομένων με τα ίδια προσόντα που εργάζονται σε συναφή αντικείμενα, μόνο και μόνο επειδή αυτοί απασχολούνται σε διαφορετικές υπηρεσίες. Αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί. Βραχυπρόθεσμα λοιπόν απαιτείται η εφαρμογή του ενιαίου μισθολογίου. Επιπλέον, λόγω των πολλών και ασύνδετων μεταξύ τους πηγών πληρωμής, ανά υπουργείο, περιφέρεια κλπ, μπορεί ένας δημόσιος υπάλληλος να ξεπερνά κατά πολύ τα όρια που υπάρχουν σχετικά με τη μέγιστη αμοιβή που μπορεί να λάβει χωρίς κανένα έλεγχο και διαφάνεια. Συνεπώς απαιτείται η πληρωμή του από μία υπηρεσία (ενεργοποίηση ενιαίας υπηρεσίας πληρωμής στο ΓΛΚ).

Ένα ευρύτερο θέμα το οποίο έχει άμεση επίπτωση στην ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας είναι το γεγονός ότι ο Δημόσιος και ευρύτερος δημόσιος τομέας έχουν καταστεί στη χώρα μας περισσότερο ανταγωνιστικοί εργοδότες από τον ιδιωτικό τομέα: δίνουν σχετικά καλύτερο μισθό, ιδιαίτερα αν λάβει κανείς υπόψη του τη μονιμότητα, τις ώρες εργασίας, την εργασιακή πίεση, αλλά και τις λοιπές παροχές. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να απορροφούν σημαντικό ανθρώπινο δυναμικό υψηλών προσόντων, το οποίο δεν αξιοποιούν όσο θα έπρεπε, λόγω των δομικών αδυναμιών τους. Θα πρέπει λοιπόν ο στόχος να είναι να γίνει ο ιδιωτικός τομέας τουλάχιστον εξίσου ανταγωνιστικός εργοδότης με το δημόσιο. Αυτό θεωρώ ότι θα επιτευχθεί με αυστηρούς ελέγχους εργατικής νομοθεσίας στον ιδιωτικό τομέα και με σύνδεση του ενιαίου μισθολογίου των δημοσίων υπαλλήλων με αυτό των ιδιωτικών υπαλλήλων, φυσικά με τις αντίστοιχες μειώσεις. Δεν μπορεί κριτήριο για την επιλογή εργασίας των νέων ελλήνων με τα μεγαλύτερα κατά τεκμήριο προσόντα να είναι μόνο το ύψος του επιδόματος κάθε υπουργείου. Χάνει το μέλλον της Ελλάδας ένα αξιόλογο ανθρώπινο δυναμικό στο οποίο έχει επενδύσει πολλά για πολλά χρόνια (σχολείο, πανεπιστήμιο κλπ).

Εκσυγχρονισμός της εργασίας

Παράλληλα απαιτούνται και μέτρα για τον εκσυγχρονισμό της λειτουργίας στο Δημόσιο Τομέα, ώστε να αυξηθεί η αποδοτικότητα της εργασίας: με την εφαρμογή σύγχρονων εργαλείων λήψης αποφάσεων, ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και μηχανοργάνωσης, που θα διευκολύνουν τόσο την εργασία των υπαλλήλων, όσο και την εξυπηρέτηση των πολιτών.
Επιπλέον, χρειάζεται έμφαση στην συνεχή εκπαίδευση και κατάρτιση των εργαζομένων. Εργαζόμενοι οι οποίοι αρνούνται κατάρτιση (πράγμα το οποίο συμβαίνει συχνά) θα αλλάζουν θέση και θα καλύπτουν θέση αντίστοιχη των προσόντων τους στον ίδιο ή σε άλλο οργανισμό. Υπάρχουν παραδείγματα εργαζομένων σε αρκετές δημόσιες υπηρεσίες που δεν δέχονται να μάθουν τη χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή και παρά ταύτα συνεχίζουν να καλύπτουν θέση που απαιτεί τη γνώση ηλεκτρονικών υπολογιστών. H εφαρμογή των νέων τεχνολογιών και η συνεχής εκπαίδευση του προσωπικού, θα ανταμείβεται χρηματικά, αλλά κυρίως θα λαμβάνεται υπόψη στην υπηρεσιακή εξέλιξη.

Μία καλή αρχή για να συμβεί αυτό είναι να γίνει η καταγραφή όλων των θέσεων εργασίας σε κάθε υπηρεσία και η περιγραφή των καθηκόντων κάθε θέσης (job description).
Συνεπώς η εισοδηματική πολιτική θα πρέπει να περιλαμβάνει μέτρα που θα συμβάλλουν στις γενικές αρχές του εξορθολογισμού και θα εφαρμοσθεί με μικρά επιτυχημένα βήματα (small wins):
- Καταγραφή αριθμού υπαλλήλων στο Δημόσιο Τομέα και των αποδοχών τους
- Καθηκοντολόγιο
- Ενιαία αρχή πληρωμής
- Ενιαίο μισθολόγιο
- Εξορθολογισμός αποδοχών και σύνδεση με προσόντα που απαιτεί η θέση, αλλά και με αντίστοιχες αποδοχές ιδιωτικού τομέα, αντίστοιχα μειωμένες
- Κίνητρα για αύξηση της αποδοτικότητας
- Κίνητρα για μετατάξεις υπαλλήλων και κάλυψη κενών θέσεων, αντί για νέες προσλήψεις.

Δεν μπορεί να είναι ο Δημόσιος Τομέας περισσότερο ανταγωνιστικός εργοδότης από τον ιδιωτικό.


Διαφάνεια και περιστολή της σπατάλης

Παράλληλα απαιτούνται μέτρα για την ενίσχυση της διαφάνειας στη διαχείριση δημοσίου χρήματος:
- Κάθε δημόσια δαπάνη άνω των 10.000€ να δημοσιεύεται στο διαδίκτυο.
- Εφαρμογή ουσιαστικού «πόθεν έσχες» σε όλους τους δημοσίους λειτουργούς.
Επιπλέον εφαρμογή αυτονόητων μέτρων για τον περιορισμό της κρατικής σπατάλης:
- Διπλογραφικό σύστημα σε όλους τους φορείς του Δημοσίου.
- Περιορισμός στόλου κρατικών αυτοκινήτων για αξιωματούχους (π.χ. να διατίθενται μόνο σε υπουργούς, Βουλευτές, Ανώτατους Δικαστικούς, Ανώτατους Στρατιωτικούς και σε κάθε περίπτωση με πλαφόν αξίας κτήσης και κόστους χρήσης).
- Κατάργηση των κινητών τηλεφώνων στο δημόσιο τομέα, πλην εξαιρετικών περιπτώσεων όπως αναφέρθη παραπάνω. Και σε κάθε περίπτωση με ανώτατο πλαφόν χρέωσης.
- Κεντρικές προμήθειες ανά υπουργείο για επίτευξη ανταγωνιστικότερων τιμών αγοράς (άλλη τιμή θα πετύχει η κυβέρνηση για την προμήθεια χαρτιού εκτύπωσης για όλους τους δημόσιους φορείς και άλλη όταν παραγγέλνει κάθε φορέας ξεχωριστά).
- Όλοι οι διαγωνισμοί να γίνονται με την χαμηλότερη τιμή, αφού έχει προηγουμένως προσδιορισθεί ποιοτικά και ποσοτικά η συμφερότερη προσφορά και όχι με τη μέθοδο της συμφερότερης προσφοράς.
- Κατάργηση των υπερωριών στο δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα (πλην εξαιρέσεων π.χ. εφημεριών ιατρών και υπηρεσιών σωμάτων ασφαλείας). Η παραμονή στην εργασία πέραν του ωραρίου θα καταγράφεται και θα ανταμείβεται με την υπηρεσιακή εξέλιξη.

Αξιοποίηση δημόσιας περιουσίας με κριτήρια αποδοτικότητας και συγκριτική αξιολόγηση (benchmarking) παρεχόμενων υπηρεσιών


Για την αύξηση των εσόδων απαιτείται η ορθολογική αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας: πρέπει να εξαντλήσουμε όλους τους διαθέσιμους τρόπους ώστε να αυξήσουμε τα έσοδα μεγιστοποιώντας το δυναμισμό της Οικονομίας και την απόδοση των περιουσιακών στοιχείων του κράτους. Μια αρχή που θα κινητοποιούσε το σύστημα θα ήταν να μην επιτρέπεται να νοικιάζει κτήρια το δημόσιο για την κάλυψη των αναγκών του, με την εξαίρεση ότι αυτό είναι αποδεδειγμένα συμφερότερο οικονομικά. Τα κτήρια που ήδη έχει στην κατοχή του και παραμένουν αναξιοποίητα είναι σχεδόν σίγουρο ότι μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες του. Επιπλέον αρκετές εκτάσεις, μαρίνες, ξενοδοχεία και κτήρια στο κέντρο μεγάλων πόλεων παραμένουν αναξιοποίητα παρά το ενδιαφέρον επενδυτών.
Επιπλέον, κρίνεται απαραίτητο να εφαρμοσθεί ένα μοντέλο συγκριτικής αξιολόγησης των υπηρεσιών του Δημόσιου Τομέα (benchmarking) όσον αφορά το κόστος λειτουργίας και την ποιότητα των υπηρεσιών που προσφέρουν, τόσο σε σχέση με παρεμφερείς υπηρεσίες του δημοσίου, αλλά και με παρόμοιες υπηρεσίες του ιδιωτικού τομέα.
Επίσης, παράλληλη παροχή, των έως σήμερα, δημοσίων υπηρεσιών και από ιδιώτες, ώστε να δημιουργείται έμμεσος ανταγωνισμός μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα (π.χ. παράδειγμα ΟΛΠ).
Και τέλος επέκταση της ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, με στόχο την μηδενική προσωπική επαφή των πολιτών με τους υπαλλήλους του Δημοσίου.

Αυτές οι πρωτοβουλίες συνθέτουν ένα ενδεικτικό –και σε καμία περίπτωση πλήρες- πλαίσιο επιθυμητών αλλαγών του τρόπου λειτουργίας του δημόσιου τομέα που θα βοηθούσε τη μετάβαση σε ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο. Να ξεφύγουμε από το πρότυπο της απλής διαχείρισης των τελευταίων δεκαετιών, το οποίο χωρίς όραμα, χωρίς καθορισμένους και χειροπιαστούς στόχους διολίσθαινε στην απαξίωση του δημόσιου τομέα και εμπέδωνε ένα κλίμα αδιαφάνειας και διαφθοράς. Αυτό το πρότυπο υποβάθμιζε το ανθρώπινο δυναμικό του δημόσιου τομέα, το οποίο αν και όχι άμοιρο των ευθυνών του, βολευόταν σε μία κατάσταση χαμηλής υπευθυνότητας και μηδενικών πρωτοβουλιών. Είναι χαρακτηριστικό ότι το πολιτικό προσωπικό, κατά κανόνα αλλά και με λαμπρές εξαιρέσεις, αναγνωρίζοντας την αδυναμία του δημόσιου τομέα προσπαθούσε και προσπαθεί να παρακάμψει τη βασική δομή του δημόσιου τομέα και να λειτουργήσει παράλληλα: με συμβασιούχους αορίστου χρόνου, συμβασιούχους ορισμένου χρόνου, συμβασιούχους έργου, stage, μετακλητούς υπαλλήλους και φυσικά με εξωτερικούς συμβούλους και υπεργολάβους. Αποτέλεσμα αυτού του μοντέλου διαχείρισης ήταν η πλήρης απαξίωση των δημοσίων υπαλλήλων, αλλά και επιπλέον η χαμηλή αποδοτικότητα της κρατικής μηχανής μιας και για την ίδια δουλειά πολλές φορές πληρώνονται τουλάχιστον 7 διαφορετικοί εργαζόμενοι με διαφορετικό καθεστώς εργασίας, οι οποίοι θα πρέπει να συνεργαστούν για την παροχή ενός, εκ του αποτελέσματος κρινόμενο, χαμηλής ποιότητας προϊόντος. Χωρίς την αναδιάρθρωση του δημόσιου τομέα, την εμπέδωση σχέσεων εμπιστοσύνης μεταξύ πολιτών-επιχειρηματιών και δημοσίων λειτουργών, αλλά και την ενίσχυση του πνεύματος αξιοκρατίας και πάταξης της διαφθοράς στο δημόσιο τομέα δεν θα είναι εύκολη η μετάβαση σε ένα νέο αναπτυξιακό υπόδειγμα.

Ιουνίου 13, 2010

Στρατηγική λογική κατέναντι αφασίας

Tου Χρηστου Γιανναρα

Από την Καθημερινή

Κυκλοφόρησε πριν από λίγες μέρες, μεταφρασμένο στα ελληνικά, το βιβλίο του υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας Αχμέτ Νταβούτογλου, ΤΟ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟ ΒΑΘΟΣ - Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ (εκδόσεις «Ποιότητα», μτφρ. Νικ. Ραπτόπουλου, σελίδες 845). Θα ήθελα να το συστήσω σε όποιον ενδιαφέρεται σοβαρά (όχι συναισθηματικά-επιδερμικά) για το ενδεχόμενο να επιβιώσει ιστορικά το ελλαδικό κράτος στις σημερινές διεθνείς συνθήκες. Οχι βέβαια για να πάρει άμεση απάντηση. Αλλά για να αντιληφθεί ποιο επίπεδο κατάρτισης και ευφυΐας, ποιο ειδικό χάρισμα στρατηγικής σκέψης απαιτεί η σοβαρή αναμέτρηση με ένα τέτοιο ερώτημα.

Δεν διανοούμαι να «παρουσιάσω» στους αναγνώστες της επιφυλλίδας αυτό το βιβλίο. Ο,τι και αν παραθέσω θα είναι κατώτερο του επιπέδου και της γοητείας του. Κάθε χαρακτηρισμός που θα εκφέρω δεν επαρκεί για να συνιστά κρίση, τον καταθέτω μόνο ως πρόκληση-πρόταση να διαβαστεί το βιβλίο. Αν ήταν δυνατό, να διαβαστεί από κάθε Ελληνα. Είναι σαφώς το βιβλίο ενός αντιπάλου: ο Αχμέτ Νταβούτογλου διεκδικεί για την πατρίδα του μεγάλο κομμάτι της δικής μας πατρίδας, του Αιγαίου, την Κύπρο. Αλλά εγώ, τουλάχιστον, δεν έχω διαβάσει ποτέ σε ελληνικό βιβλίο συναρπαστικότερη και αποκαλυπτικότερη ανάλυση της γεωστρατηγικής σπουδαιότητας του Αιγαίου και της Κύπρου. Ο Ντ. ξέρει καλά τι διεκδικεί. Εγώ ο Ελληνας υπερασπίζω συναισθηματική θολούρα. Παιδιαρίζω.

Μόνο με ένα ελληνικό μελέτημα θα μπορούσα, προσωπικά, να συγκρίνω το βιβλίο του Ντ.: Με το «επίμετρο», στο βιβλίο του Παναγιώτη Κονδύλη, ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ (1997), που έχει τίτλο «Γεωπολιτικές και στρατιωτικές παράμετροι ενός ελληνοτουρκικού πολέμου».

Αλλά η ιδιοφυΐα του Κονδύλη και οι προβληματισμοί του οριοθετούνται καταφανώς από τον μηδενισμό του: Τον ενδιαφέρει η στρατηγική λογική (λογική του μπριτζ ή του σκακιού) για την άμυνα της αξιοπρέπειας και της εθνικής κυριαρχίας του ελλαδικού κρατιδίου – δεν έχει άλλο όραμα, δεν πιστεύει σε κάτι περισσότερο, σε πρόταση πανανθρώπινης εμβέλειας που να κομίζει στην Ιστορία ο Ελληνισμός.

Ο Ντ. αντλεί τη στρατηγική του ανάλυση από το όραμά του για την Τουρκία. Και το όραμα είναι, να διασώσει η χώρα του τον «πολιτισμικό της άξονα», τη διαφορά της από τη Δύση – τη διαφορά όχι ως αντίθεση, αλλά ως ιδιαιτερότητα, ως «ιδιαίτερη θέση στο διεθνές σύστημα». Είναι σαφέστατη (σχεδόν επιθετική) η περηφάνια του γι’ αυτήν την ιδιαιτερότητα, δεν φιλοδοξεί ούτε την αντιπαλότητα ούτε τη μίμηση, δεν είναι ο μειονεκτικός απέναντι στη Δύση Ανατολίτης, ο ξιπασμένος από τα «φώτα» της μεταπράτης. Εχει ραχοκοκαλιά, διεκδικεί να επιβάλει, από θέσεως ισχύος, την τουρκική ιδιαιτερότητα στη σημερινή διεθνή συνύπαρξη.

Γι’ αυτό και αρνείται να παγιδευτεί στην άμυνα, στη «διαφύλαξη συνόρων». Λέει: «Οι φιλόδοξες χώρες ορίζουν το τι θεωρούν για τις ίδιες απειλή βασιζόμενες στις στρατηγικές τους επιδιώξεις, όχι στους φόβους τους. Αντίθετα, οι παθητικές, χωρίς φιλοδοξίες χώρες διαμορφώνουν στρατηγικές υποταγμένες στις απειλές που υφίστανται» (ακόμα και από τεχνητά, ασήμαντα γειτονικά τους κρατίδια, θα πρόσθετα). «Δεν υπάρχει πιο θλιβερή κατάσταση για μια χώρα από το να προβάλλει τις εσωτερικές της αδυναμίες σαν βασικές αρχές που καθορίζουν τη στρατηγική της», συμπληρώνει ο Ντ. Παραβλέπει ότι υπάρχει και θλιβερότερη κατάσταση: Χώρες που απλώς υποτάσσουν πειθήνια τη στρατηγική τους στα θελήματα-βίτσια του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ ή σε παραγγελίες προμήθειας εξοπλισμών από Ευρωπαίους «προστάτες» τους. Και το κάνουν μόνο για να εξαγοράσουν εύνοια (με χειροπιαστά ανταλλάγματα) κάποιοι σπιθαμιαίοι επαγγελματίες της εξουσίας.

«Το βασικότερο έρεισμα στρατηγικής ισχύος μιας χώρας είναι ο ανθρώπινος παράγων», διδάσκει ο Ντ. «Είναι αδύνατο να αλλάξει κανείς τη γεωγραφική θέση και την ιστορική παράδοση, σταθερά δεδομένα της στρατηγικής. Ομως, ο παράγων της ανθρώπινης καλλιέργειας μπορεί να δημιουργήσει κανούργια δεδομένα στρατηγικής λογικής, νέες οπτικές για την αξιολόγηση της γεωγραφίας και της ιστορίας». Αν συνειδητοποιούσαμε οι Ελληνες τη βαρύτητα αυτής της απόφανσης του Ντ. θα είχαμε παραπέμψει σε ειδικό δικαστήριο πρωθυπουργούς όχι για την εγκληματική οικονομική τους πολιτική, αλλά για την πολιτική τους στο υπουργείο Παιδείας.

Η θεμελιωδέστερη προϋπόθεση για τον σχεδιασμό αποτελεσματικής στρατηγικής είναι, κατά τον Ντ., «η λογική που στηρίζεται σε υπαρξιακά αιτήματα: Στα στοιχεία που υφαίνουν τη σημερινή συλλογική μας προσωπικότητα, στους παράγοντες κοινωνικής συνοχής, στην πολιτική κουλτούρα, (τελικά) στην εθνική συνείδηση... Κοινωνίες με ριζικά αποδυναμωμένη και φθαρμένη εθνική συνείδηση δεν έχουν πεδίο στρατηγικής λογικής, θέτουν σε κίνδυνο την ιστορική τους ύπαρξη, περιθωριοποιούνται στη διεθνή σκακιέρα».

Πρέπει να ξέρει, φαντάζομαι, ο σημερινός Τούρκος υπ. Εξ. ότι, με μια τέτοια εκφραστική σαν τη δική του, το σύνολο του πολιτικού κόσμου στην Ελλάδα (οι εξαιρέσεις ελάχιστες και μη σοβαρές) καγχάζει ειρωνικά. Τρέμοντας μήπως και χαρακτηριστούν «μη-προοδευτικοί» από μια κυρίαρχη στη δημοσιότητα (με δυσεξήγητες μεθοδεύσεις) διανόηση, χλευάζουν κάθε αναφορά σε κοινωνική συνοχή, ιστορική συνέχεια, ιδιαιτερότητα πολιτισμού. Διαστρέφουν την Ιστορία στα σχολικά εγχειρίδια, αφελληνίζουν τη γλώσσα, εξηλιθιώνουν τις μάζες με τον τζόγο και το ποδόσφαιρο. Ισως να μην είναι συνειδητοί αρνησιπάτριδες, αλλά μόνο χαμηλότατου νοητικού βεληνεκούς. Γι’ αυτό και ψευτοθρηνούν επί χρόνια για το πόσο μειονεκτική είναι η Ελλάδα σε σχέση με τα γεωστρατηγικά πλεονεκτήματα της Τουρκίας.

Ο Αχμέτ Νταβούτογλου λέει: «Το Αιγαίο αποτελεί τον σημαντικότερο θαλάσσιο κόμβο της ευρασιατικής ηπείρου στην κατεύθυνση Βορρά - Νότου... Αυτή η θάλασσα - πέρασμα κατέχει μια προσδιοριστική θέση μοναδική στη γεωπολιτική, γεωστρατηγική, γεωοικονομική, γεωπολιτισμική (διεθνή) αλληλεπίδραση... Εχει μια πρώτης τάξεως στρατηγική σημασία όχι μόνο για την Ελλάδα και την Τουρκία, αλλά και για τις παράκτιες χώρες του Εύξεινου Πόντου και για όλες τις παγκόσμιες και περιφερειακές δυνάμεις που έχουν ανάγκη ενός μεταφορικού και εμπορικού κόμβου... Η Κύπρος, που κατέχει παγκοσμίως κεντρική (γεωστρατηγική) θέση, βρίσκεται, μαζί με την Κρήτη, πάνω σε άξονα όπου τέμνονται (τεράστιας γεωοικονομικής και στρατηγικής σημασίας) θαλάσσιες οδοί... Μια χώρα που παραμελεί την Κύπρο δεν είναι δυνατό να έχει αποφασιστικό λόγο στις παγκόσμιες και περιφερειακές πολιτικές, δεν μπορεί να δραστηριοποιηθεί στο διεθνές πεδίο... Ακόμα και αν δεν υπήρχε ούτε ένας μουσουλμάνος Τούρκος εκεί, η Τουρκία όφειλε να διατηρεί ανοιχτό ένα Κυπριακό Ζήτημα».

Αυτά τα εκπληκτικά γεωστρατηγικά πλεονεκτήματα του Αιγαίου, της Κύπρου, της Κρήτης, σκέψου, αναγνώστη, ποια ελληνικά πολιτικά «αναστήματα» τα διαχειρίζονται.

Ιουνίου 11, 2010

No comment......

Κυριακή, 6 Ιουνίου 2010


Ομιλία του Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας, κ. Αντώνη Σαμαρά,
στην Πολυθεματική Προσυνεδριακή Συνδιάσκεψη του κόμματος


...Η Ιδεολογία διαφέρει από την Πολιτική. Αλλά είναι απαραίτητη στην Πολιτική! Η Πολιτική είναι το σκάφος με το οποίο επιχειρούμε το «μεγάλο ταξίδι». Η Ιδεολογία είναι η «πυξίδα» και ο «χάρτης» με τα οποία χαράσσουμε πορεία. Πολιτική χωρίς Ιδεολογία είναι σκάφος δίχως πυξίδα.

Χρειαζόμαστε την Πολιτική για να κερδίζουμε μάχες. Αλλά χρειαζόμαστε την Ιδεολογία, για να μη χάνουμε τον εαυτό μας. Και το δρόμο μας…
.....* Αλλά αυτό είναι λάθος: Διότι σε πλείστες σφυγμομετρήσεις η μεγάλη πλειονότητα του Ελληνικού λαού, δεν προτιμά αυτά που υποστηρίζουν τα Αριστερά και Κεντροαριστερά Κόμματα.

-- Στο Σχέδιο Ανάν, για παράδειγμα, ήταν κατά 60% και πλέον αντίθετος ο Ελληνικός λαός με εκείνα που υποστήριζαν τότε όλες σχεδόν οι επίσημες φωνές. Ήταν τότε που ο Κώστας Καραμανλής από-ενοχοποίησε το ΟΧΙ στο Σχέδιο Ανάν. Ευτυχώς…

-- Στο Μακεδονικό, ο Ελληνικός λαός ήταν κατά 90% εναντίον όσων υποστήριζε μέγιστη μερίδα του πολιτικού κόσμου.

Σε αυτά τα δύο θέματα εκφράσαμε τη θέληση της πλειοψηφίας του Ελληνικού λαού, ενώ τα κόμματα της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς ασκούσαν ιδεολογική τρομοκρατία για χρόνια. Και απομονώθηκαν. Εκείνοι, όχι εμείς .

-- Στο θέμα της κατάργησης του λεγόμενου Πανεπιστημιακού ασύλου και της αλλαγής του τρόπου λειτουργίας των Πανεπιστημίων, το ίδιο.

-- Στο θέμα των μεταναστών και της μαζικής πολιτογράφησής τους, το ίδιο.

Τελικά, ποιος εκφράζει το 60% και ποιος το 40%;

....Εμείς οφείλουμε να δείξουμε ότι δεν είμαστε το ίδιο, ούτε ότι εννοούμε το ίδιο πράγμα:

-- Όταν μιλάμε για Κοινωνική Δικαιοσύνη, δεν εννοούμε ισοπέδωση των πάντων, εννοούμε ευκαιρίες για όλους. Όχι ισότητα στη μιζέρια. Ισότητα στις ευκαιρίες.

-- Όταν μιλάμε για Ελευθερία, δεν εννοούμε ασυδοσία για οργανωμένες μειοψηφίες, εννοούμε σεβασμό στα δικαιώματα όλων.

-- Όταν μιλάμε για Ισονομία, δεν εννοούμε να είναι όλοι μόνο τυπικά ίσοι. Δεν εννοούμε στην πραγματικότητα κάποιοι να παραμένουν… «πιο ίσοι από τους άλλους». Εννοούμε ότι οι ίδιοι νόμοι θα ισχύουν για όλους. Και οι ίδιες κυρώσεις, όταν παραβιάζονται οι νόμοι. Κι ότι όποιος διαπράττει τροχαία παράβαση, είτε είναι ιδιώτης είτε υπουργική λιμουζίνα, την ίδια κλίση θα παίρνει.

-- Όταν μιλάμε για Αξιοκρατία, δεν εννοούμε να ελέγχουν τα πάντα τα «κυκλώματα». Εννοούμε να σπάσουν τα «κυκλώματα» παντού, και να έχουν ευκαιρίες όλοι και δυνατότητες διάκρισης οι καλύτεροι.

-- Όταν μιλάμε για Περιφερειακή πολιτική, δεν εννοούμε να μεταφέρουμε τη διαφθορά και τη διαπλοκή στην Περιφέρεια. Αλλά να φέρουμε ευκαιρίες, επενδύσεις, ανταγωνιστικότητα, υποδομές και επιχειρηματικότητα στην Περιφέρεια. Και αρμοδιότητες. Και πόρους. Όπως αυτές που δεν απέκτησε ποτέ ο «Καλλικράτης».

-- Όταν μιλάμε για Εξωτερική Πολιτική, δεν εννοούμε «κόκκινες γραμμές» που υποτίθεται ότι δημόσια υπερασπιζόμαστε, αλλά παρασκηνιακά παραβιάζουμε. Εννοούμε να διεκδικήσει η Ελλάδα ρόλους, συγκλίσεις και συνέργειες παντού. Και να προωθεί τα συμφέροντά της, εντός και εκτός Ευρώπης, με όλους τους πιθανούς εταίρους και με όλους τους δυνατούς τρόπους. Εννοούμε «κόκκινες γραμμές» που τις υπερασπιζόμαστε και «γαλάζιες γραμμές» που τις προωθούμε. Κι ότι είμαστε αξιόπιστοι και στις πρώτες και στις δεύτερες.

-- Όταν μιλάμε για Ανάπτυξη, δεν εννοούμε στατιστικούς δείκτες που «ευημερούν». Εννοούμε ανταγωνιστικότητα παντού, επενδύσεις σε ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, ευκαιρίες για όλους και διάχυση ευκαιριών σε όλους.
....
Η κοινωνία δεν δέχεται το ψευτοδίλημμα:

-- Ανάπτυξη ή Κοινωνική Δικαιοσύνη. Θέλει Ανάπτυξη με Κοινωνική Δικαιοσύνη! Γιατί χωρίς Ανάπτυξη δεν μπορούν να υπάρξουν θέσεις εργασίας για όλους και «δίχτυ προστασίας» για τους αδύναμους. Αυτό είναι ο Κοινωνικός Φιλελευθερισμός!

Η κοινωνία δεν δέχεται το ψευτοδίλημμα:

-- Ελευθερία ή Δημόσια Ασφάλεια. Θέλει Ελευθερία με Δημόσια Ασφάλεια! Γιατί χωρίς Δημόσια Ασφάλεια, κανείς δεν νιώθει ελεύθερος. Χωρίς Δημόσια Ασφάλεια οργιάζει ο φόβος - δεν ανθεί η Ελευθερία.

Η κοινωνία δεν δέχεται το ψευτοδίλημμα:

-- Εξωτερική Πολιτική Ειρήνης ή Εξωτερική πολιτική Εθνικού συμφέροντος. Απαιτεί μιαν Εξωτερική Πολιτική που εξασφαλίζει την Ειρήνη επειδή ακριβώς εγγυάται το εθνικό συμφέρον. Επιδιώκουμε ειλικρινά, την έντιμη φιλία με τους γείτονές μας. Αλλά έντιμη φιλία δεν μπορεί να στηρίζεται σε casus belli . Κι όταν ενθαρρύνουμε εμείς οι ίδιοι όσους μας απειλούν, δεν φέρνουμε την Ειρήνη. Αποθρασύνουμε την απειλή που στρέφεται εναντίον μας. Δεν βρίσκουμε φίλους. Χάνουμε πιθανούς συμμάχους. Διότι κανείς δεν στηρίζει όποιον πρώτος αρνείται να υπερασπιστεί τον εαυτό του.

Η κοινωνία δεν δέχεται το ψεύτικο δίλημμα:

-- Ελλάδα ή Ευρώπη. Θέλει μιαν υπερήφανη Ελλάδα μέσα σε μιαν Ενωμένη Ευρώπη! Κανείς Μιτεράν, κανείς Σαρκοζί, Καμία Μέρκελ, κανένας Ντελόρ, δεν δέχθηκε και δεν θα δεχθεί ποτέ, να γίνει η χώρα του Νομαρχία μιας υπερεθνικής Αυτοκρατορίας. Συμμετέχουμε ισότιμα σε μια σύγκλιση λαών εθνικών κρατών, εθνικών πολιτισμών και εθνικών συμφερόντων. Αυτό είναι η Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση. Όχι η ισοπέδωση των διαφορετικών εθνών. Ενωμένη Ευρώπη είναι εθελοντική σύγκλιση με Ελευθερία και Δημοκρατία.

Η κοινωνία δεν δέχεται το δίλημμα:

-- Η δεχόμαστε την Ευρώπη ως έχει ή την απορρίπτουμε! Επιλέγει τη συμμετοχή και τη διεκδίκηση μέσα στην Ευρώπη. Απαιτεί αταλάντευτη ευρωπαϊκή στρατηγική, αλλά και θαρραλέα κριτική στις αδυναμίες της Ευρώπης. Στην Ευρώπη δεν συμμετέχουμε ως «επιδοτούμενοι παρίες». Συμμετέχουμε διεκδικώντας το μέλλον το δικό μας, και το μέλλον της ίδιας της Ευρώπης:

....Η κοινωνία δεν δέχεται το ψευτοδίλημμα:

-- Έμφαση στα δικαιώματα ή στις υποχρεώσεις των πολιτών. Θέλει δικαιώματα για όλους με αντίστοιχες υποχρεώσεις απ’ όλους. Γιατί δικαιώματα χωρίς υποχρεώσεις, δεν είναι δημοκρατικά δικαιώματα είναι αντιδημοκρατικά Προνόμια! Και γιατί όσο περισσότερα προνόμια υπάρχουν για κάποιους, τόσο υπονομεύονται τα δικαιώματα των πολλών.

Η κοινωνία δεν δέχεται το ψευτοδίλημμα:

-- Πατριωτισμός ή Ανάπτυξη. Θέλει καλύτερο μέλλον για τα παιδιά της, γιατί αγαπά τον τόπο της. Μόνο όποιος αγαπά την Πατρίδα του επενδύει στον τόπο του, σέβεται τους κανόνες και τις υποχρεώσεις του, προασπίζεται την Ελευθερία και το εθνικό συμφέρον, υποτάσσεται στο δημόσιο συμφέρον. Όποιος δεν αγαπά τον τόπο του, δεν σέβεται τίποτε, λεηλατεί το Περιβάλλον, κλέβει τους φόρους, «λαδώνει» τους δημόσιους λειτουργούς, αρπάζει ότι προλάβει!

Αρπάζει, δεν παράγει. Λεηλατεί, δεν δημιουργεί πλούτο…

Μια κοινωνία «αρπακτικών» δεν αναπτύσσεται, τρώει τις σάρκες της. Μόνο μια κοινωνία ελεύθερων πολιτών και ελεύθερων δημιουργών μπορεί να αναπτυχθεί με Αειφορία, με ανταγωνιστικότητα και κοινωνική συνοχή.

Όλα αυτά είναι Κοινωνικός φιλελευθερισμός. Κι όσοι αυτά υπερασπίζονται δεν έχουν ανάγκη να κάνουν ειδική προσπάθεια προκειμένου να κερδίσουν το χώρο του Κέντρου ή της Δεξιάς ή της Αριστεράς. Εκφράζουν ολόκληρη την κοινωνία!

Εκφράζουν τις ανάγκες της, τις αγωνίες της, αλλά και τις φιλοδοξίες της. Αναζητούν τη μεγάλη υπέρβαση με τις αναγκαίες συνθέσεις, πέρα από ξεπερασμένα ιδεολογικά τείχη.

Ο Κοινωνικός Φιλελευθερισμός αυτό ακριβώς κάνει: Καταργεί τα ψεύτικα διλήμματα και αναδεικνύει τις μεγάλες συνθέσεις. Που έχει ανάγκη η Ελλάδα.

Φίλες και φίλοι,

Δεν σας ζητώ να πιστέψετε σε ένα «κλειστό ιδεολογικό δόγμα». Σας ζητώ να πιστέψουμε και να προβάλλουμε ένα ανοικτό σύστημα ιδεών, αξιών και αρχών, που έχει πηγή έμπνευσης την Ελλάδα:

Από τον Σωκράτη και την παροιμιώδη προσήλωσή του στους Νόμους της Πόλης,

ως τον Πλάτωνα και την προσήλωσή του στην αλήθεια της Πνευματικής Αναζήτησης,

ως τον Αριστοτέλη και την υποδειγματική προσήλωσή του στο Λόγο,

ως τον Θουκυδίδη και τον πρωτοποριακό Ρεαλισμό του,

ως τους νεοπλατωνικούς των Ρωμαϊκών χρόνων, που θεμελίωσαν την πνευματική παράδοση ολόκληρης της Ευρώπης,

ως τα μεγάλα πνεύματα της Αναγέννησης που είχαν πηγή έμπνευσης την Αρχαία Ελλάδα, τον Πλάτωνα, τον Ευκλείδη, τον Αρχιμήδη και τον Εύδοξο,

ως το Διαφωτισμό,

ως τα μεγάλα φιλοσοφικά ρεύματα και τα μεγάλα επαναστατικά κινήματα του 17ου και του 18ου αιώνα, που είχαν πάντα τις πνευματικές τους ρίζες στην Ελλάδα.

Όσοι λαοί ενστερνίστηκαν τις φιλελεύθερες ιδέες πρόκοψαν. Κι όσα κόμματα τις έκαναν σημαία τους, κέρδισαν την εξουσία στις χώρες τους, ξεπέρασαν αδιέξοδα και κατάφεραν μεγάλα αναπτυξιακά επιτεύγματα.


Φίλες και φίλοι,

Δεν σας ζητώ να πιστέψετε σε κάποιο «κλειστό δόγμα». Σας ζητώ να πιστέψετε στον εαυτό σας. Στην Πατρίδα μας. Στην μεγάλη Παράταξή μας. Στα ιδανικά του Κοινωνικού φιλελευθερισμού. Που συμπυκνώνουν την καλύτερη παράδοση της Ελλάδας, και τις παρακαταθήκες Ελευθερίας όλου του κόσμου.

Σας καλώ να γίνουμε ξανά υπερήφανοι γι’ αυτά τα ιδανικά. Να τα υπερασπιζόμαστε και να τα προβάλλουμε. Να πείσουμε τους γύρω μας.

Να τα πιστέψουμε, όχι από συνήθεια. Αλλά από επίγνωση ότι αυτή είναι η ασφαλής πυξίδα της δύσκολης πορείας μας.

-- Πίστη για να αντλήσουμε Ελπίδα εμείς, μετά από μια βαριά ήττα.

-- Και για να δώσουμε Ελπίδα στην Ελλάδα, μέσα σε μια τόσο δραματική κρίση.

Η Ελπίδα είναι το πιο ανίκητο όπλο. Και η Πίστη σε ιδανικά είναι το πιο σταθερό θεμέλιο της Ελπίδας.

Η Ιδεολογία μας πια δεν είναι «κρυφή», δεν είναι «υπό απαγόρευση». Είναι σημαία που μας τονώνει και μας ενώνει.

Η ιδέες μας δεν είναι πια «ταμπού». Είναι η μεγάλη μας δύναμη. Είναι το ανίκητο όπλο στον αγώνα μας για την αναγέννηση της Ελλάδας.

Παντού αλλού οι ιδέες αυτές θριαμβεύουν. Καιρός να νικήσουν και στην Ελλάδα. Εδώ γεννήθηκαν κάποτε. Εδώ επιστρέφουν σήμερα.

......