Άρθρο στο περιοδικό «The Economist» των ειδικών εκδόσεων της εφημερίδας «Η Καθημερινή», στις 26/2/2009
Η διεθνής οικονομική συγκυρία είναι χωρίς αμφιβολία ανησυχητική και εν πολλοίς πρωτόγνωρη. Η χρηματοπιστωτική κρίση που ξεκίνησε από τα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια στις ΗΠΑ «χτύπησε», απρόσμενα, μεγαθήρια του τραπεζικού συστήματος, κλόνισε την εμπιστοσύνη καταθετών και επενδυτών και προξένησε διεθνώς πανικό και ανασφάλεια για το ποιος θα είναι το επόμενο θύμα. Η μετεξέλιξή της, πλέον, σε κρίση της πραγματικής οικονομίας αποτελεί εδώ και καιρό ένα διεθνές πρόβλημα. Ένα πρόβλημα το οποίο απαιτεί διεθνή αντιμετώπιση και το οποίο κάθε χώρα βιώνει έως σήμερα με διαφορετική ένταση.
Και στην τρέχουσα φάση, όπως συμβαίνει σε κάθε κρίση, εμφανίζονται τουλάχιστον δύο είδη αντιδράσεων. Η μία αντίδραση την αντιμετωπίζει ως μια μεγάλη απειλή και η άλλη ως μια ευκαιρία. Μοιάζουν τα δύο είδη αντιδράσεων με τη στάση αυτών που βλέπουν ένα ποτήρι μισοάδειο και αυτών που το βλέπουν μισογεμάτο. Ίσως γι’ αυτό οι Κινέζοι, θέλοντας να δείξουν το διττό της χαρακτήρα, χρησιμοποιούν για τη λέξη κρίση ένα ιδεόγραμμα που αποτελείται από δύο συνθετικά. Το ένα απεικονίζουν τον «κίνδυνο» και το άλλο την «ευκαιρία».
Έτσι και την τρέχουσα οικονομική κρίση υπάρχουν κάποιοι που την βλέπουν ως έναν τεράστιο κίνδυνο για την προσωπική τους περιουσία και τις επενδύσεις τους, αλλά υπάρχουν και εκείνοι που ψάχνουν για τις νέες ευκαιρίες που δημιουργούνται.
Κατ’ αναλογία το ίδιο ισχύει και για τις εθνικές οικονομίες. Μέσα σε αυτό το πολύ δύσκολο περιβάλλον κάποιες οικονομίες αντέχουν περισσότερο από κάποιες άλλες. Μπορεί να φαντάζει πολυτέλεια, όμως κάποιες οικονομίες ψάχνουν ακόμη και για νέες ευκαιρίες, ενώ άλλες αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα. Η οικονομία της Ισλανδίας, για παράδειγμα, κατέρρευσε, παρ’ ότι στην πρόσφατη Έκθεση Ανταγωνιστικότητας του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ κατείχε την 20η θέση μεταξύ 134 οικονομιών. Σοβαρά προβλήματα φαίνεται να αντιμετωπίζει και η οικονομία της Ουγγαρίας (στην 62η θέση στη σχετική έκθεση). Θυμίζουμε ότι η χώρα μας σε αυτή την Έκθεση κατέχει την 67η θέση.
Το γεγονός είναι ότι η τρέχουσα κρίση μεταβάλλει τα οικονομικά δεδομένα, αλλά και τα κριτήρια αξιολόγησης της οικονομικής σταθερότητας και της ανταγωνιστικότητας μιας οικονομίας. Ίσως αυτό να συμβαίνει προσωρινά, όμως σίγουρα συμβαίνει. Σε αυτή τη δύσκολη, λοιπόν, συγκυρία η ελληνική οικονομία, συγκρινόμενη με άλλες οικονομίες της ίδιας δυναμικότητας, έχει δείξει ισχυρά στοιχεία αντοχής. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν κλάδοι της οικονομίας που πλήττονται σοβαρά, ή ότι δεν υπάρχουν άλλοι κλάδοι, οι οποίοι θα πληγούν μέχρι το τέλος της κρίσης.
Ωστόσο δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι τα τελευταία χρόνια, η Ελλάδα βρίσκεται σε πορεία δημοσιονομικής εξυγίανσης και ενίσχυσης της αναπτυξιακής της δυναμικής. Ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης είναι 4%, υπερδιπλάσιος σε σχέση με αυτόν στην Ευρωζώνη. Το 2008 ο ρυθμός ανάπτυξης ήταν στο 3% έναντι 0,9% στην Ευρωζώνη, δηλαδή τρεις φορές μεγαλύτερος. Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, οι οικονομίες της Ιρλανδίας, της Λετονίας και της Εσθονίας βρίσκονται σε ύφεση και η Γερμανία, η Γαλλία και η Ιταλία καταγράφουν συρρίκνωση της οικονομίας τους με ταυτόχρονη αύξηση της ανεργίας.
Ακόμα και για το 2009, η πρόβλεψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής παραμένει θετική για την ανάπτυξη στην Ελλάδα, έστω και με ποσοστό 0,2%. Η Ελλάδα είναι έτσι μία από τις μόλις πέντε χώρες της Ευρωζώνης για τις οποίες ο ρυθμός ανάπτυξης θα έχει θετικό πρόσημο.
Σίγουρα οι διεθνείς προοπτικές για το 2009 δεν είναι αισιόδοξες, ωστόσο δεδομένων των συνθηκών κρίνεται και η σχετική αντίσταση κάθε οικονομίας. Σε αυτό το πλαίσιο η ελληνική οικονομία αντιστέκεται ισχυρά απέναντι στην τρέχουσα κρίση και είναι μέσα σε αυτές που προβλέπεται ότι θα αναπτυχθούν το τρέχον έτος. Αυτό είναι σαφέστατα ένα τεράστιο συγκριτικό πλεονέκτημα για τη χώρα μας.
Εν μέσω διεθνούς οικονομικής θυέλλης, λοιπόν, η Ελλάδα έχει να επιδείξει, παρά τις δεδομένες αδυναμίες, ισχυρά συγκριτικά πλεονεκτήματα: επενδυτική ασφάλεια σε σχέση με χώρες της γειτονιάς μας (Βουλγαρία, Ρουμανία, Ουγγαρία, Τουρκία) και τουλάχιστον οριακή ανάπτυξη, σε μία περίοδο κατά την οποία σχεδόν όλες οι χώρες της ΕΕ θα βρίσκονται σε ύφεση. Η τρέχουσα λοιπόν συγκυρία είναι μία ευκαιρία που θα επιτρέψει στην Ελλάδα, αλλά και όσες οικονομίες αντέξουν, να τοποθετηθούν μετά την οικονομική κρίση σε καλύτερη θέση, περισσότερο ανταγωνιστική, από αυτή που ήταν πριν από την κρίση. Καλύτερη θέση σε σχέση με τις οικονομίες που δεν θα βγουν αλώβητες από την κρίση. Άλλωστε όπως σημειώνει σε πρόσφατο άρθρο του ο καθηγητής του πανεπιστημίου του Harvard, Michael Porter, ειδικός σε θέματα ανταγωνιστικότητας: «η εμπειρία μάς διδάσκει ότι σε περιόδους κρίσης, για να αντιμετωπίσουμε το άμεσο πρόβλημα θα πρέπει να υποστηρίξουμε μια μακροπρόθεσμη στρατηγική».
Θα βοηθούσε λοιπόν όλοι να αντιμετωπίσουμε τα όποια προβλήματα στη σωστή τους διάσταση, χωρίς υπερβολές και να βρεθούμε μεταξύ αυτών που βλέπουν το ποτήρι μισογεμάτο και την κρίση ως ευκαιρία. Άλλωστε η οικονομία είναι σε μεγάλο βαθμό θέμα ψυχολογίας και ας μην ξεχνάμε ότι ο κανόνας της σύγκρισης είναι ισχυρότατος σε κάθε διαδικασία αξιολόγησης.
2 σχόλια:
Η ερμηνεία του κινέζικου ιδεογράμματος μάλλον που αποτελεί wishful thinking. Κατά τα λοιπά με βρίσκετε σύμφωνο, η αισιοδοξία αυτή με εκφράζει.
πολύ χρήσιμη η παραπομπή και το σχόλιο...η ουσία της αισιοδοξίας πηγάζει από τη γενικότερη στάση απέναντι στα πράγματα και τα γεγονότα, αλλά και από τη σιγουριά ότι αυτή η στάση βοηθά στο να πραγματοποιείς αυτά που επιδιώκεις...
Δημοσίευση σχολίου