Του Γιάννη Λούλη
Καθώς ανοίγεται μπροστά μας το 2009 είναι προφανές ποια πρόκληση αντιμετωπίζουμε ως χώρα: Εκείνη της ευρύτερης δυνατής συναίνεσης. Τα προβλήματα είναι γνωστά: Η σοβαρότατη οικονομική κρίση που έχει πάρει παγκόσμιο χαρακτήρα χτυπώντας φυσικά και τη δική μας πόρτα, καθώς και η κοινωνική αναταραχή με αποκορύφωμα την τυφλή βία. Οικονομική κρίση και κοινωνική αναταραχή είναι πιθανότατο να λειτουργήσουν σωρευτικά το 2009, που οικονομικά τουλάχιστον, αναμένεται να είναι μια πολύ δύσκολη χρονιά.
Μπροστά στα προβλήματα αυτά, η συναίνεση – έστω η minimum συναίνεση – αποτελεί μονόδρομο. Όμως τα δείγματα γραφής από το υπάρχον κλίμα δεν είναι αισιόδοξα. Άλλωστε μόνο αισιοδοξία δεν μπορεί κανείς ν’ αντλήσει από τις σχετικές αντιδράσεις κομμάτων και φορέων στο πρωτοφανές ξέσπασμα της βίας. Προφανώς τα κόμματα της αντιπολίτευσης δικαιούντο και όφειλαν να ασκήσουν κριτική στο επιχειρησιακό σχέδιο της κυβέρνησης και ειδικά στην πρώτη φάση του. Από εκεί και πέρα όμως, ένα πράγμα έπρεπε να καταστήσουν σαφές: Ότι ο κεντρικός αντίπαλος δεν είναι η κυβέρνηση (η όποια κυβέρνηση), αλλά η τυφλή βία των λεγόμενων κουκουλοφόρων.
Ειδικά η στάση του ΣΥΡΙΖΑ ήταν ταυτόχρονα ανεύθυνη και ακραία. Ήδη άλλωστε (και δικαίως) πληρώνει βαρύτατο κόστος για την επιπόλαιη ψευδο – επαναστατική του συμπεριφορά. Η αξιωματική αντιπολίτευση αντί να αφήσει στην άκρη κομματικά οφέλη (που θα προσποριζόταν άλλωστε από την αναπόφευκτη φθορά του κύριου ανταγωνιστή της), έσπευσε άκαιρα να ζητήσει εκλογές και να σηκώσει τους κομματικούς τόνους. Μόνο το ΚΚΕ τήρησε σταθερά υπεύθυνη στάση, με απερίφραστη καταγγελία της βίας παρά το ιδεολογικό χάσμα που το χωρίζει από την κυβέρνηση. Ορθά το ανταμοίβει λοιπόν το εκλογικό σώμα, δίνοντάς του τα υψηλότερα ποσοστά για την όλη στάση του (Δημοσκόπηση GPO) στα επεισόδια.
Αλλά και οι κοινωνικοί φορείς συμπεριφέρθηκαν ανεύθυνα. Το να οργανώνουν συγκεντρώσεις όταν δεν μπορούν να τις προστατεύσουν από την διείσδυση των κουκουλοφόρων, προφανώς έριξε και άλλο λάδι στη φωτιά. Αντίθετα, όποτε το ΚΚΕ διοργάνωσε διαδηλώσεις συνδικαλιστών του αυτές ήταν ειρηνικές, διότι ήταν σε θέση να τις περιφρουρήσει. Δίνοντας έτσι το παράδειγμα για την απομόνωση των κουκουλοφόρων. Αυτό το παράδειγμα διάφοροι άλλοι συνδικαλιστές δεν το ακολούθησαν. Αδιαφορώντας για τις συνέπειες των επιλογών τους «να βγουν στους δρόμους», παρά τον κίνδυνο να αξιοποιηθούν οι επιλογές αυτές από τους οπαδούς της βίας.
Φυσικά τεράστια είναι η ευθύνη των Πρυτανικών αρχών που οχυρώθηκαν πίσω από απίστευτες δικαιολογίες για να μην αξιοποιήσουν τις δυνατότητες που τους παρέχει ο νόμος ώστε να προσφύγουν σε αποκατάσταση της τάξης στα ιδρύματά τους. Έτσι, μετέθεσαν αλλού τις ευθύνες τους. Και τήρησαν μια άκρως ηττοπαθή στάση παράδοσης στην ασυδοσία των ομάδων βίας, που έχει μετατρέψει τα καταστρεφόμενα ΑΕΙ σε ορμητήρια κουκουλοφόρων (φοιτητών και μη). Στο σημείο αυτό, η Πανεπιστημιακή κοινότητα είναι διχασμένη. Και εν τέλει παράλυτη.
Διχασμένες όμως είναι όλες οι πολιτικές δυνάμεις. Ακόμη και στα πιο αυτονόητα. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης συγκρούονται και αυτά μετωπικά μεταξύ τους. Στην οικονομία δεν υπάρχει μόνο το χάσμα μεταξύ κυβέρνησης και Αριστεράς. Υπάρχει ένα υποτιθέμενο χάσμα μεταξύ κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης, με την τελευταία να προστρέχει στα εύκολα, ευχάριστα και απραγματοποίητα, δηλαδή στον λαϊκισμό.
Άρα, την ίδια ώρα που η κοινωνία (δημοσκόπηση της GPO) ζητάει στην πλειοψηφία της συναίνεση (και μέσω κυβερνήσεων συνεργασίας), τα κόμματα ακολουθούν εντελώς διαφορετικό δρόμο. Το ίδιο πράττουν και οι συνδικαλιστικοί φορείς, συγκρουόμενοι και μεταξύ τους, αλλά και θέτοντας μη ρεαλιστικά αιτήματα.
Καθώς μπαίνουμε στο δύσκολο 2009 λοιπόν, οι προσδοκίες για ένα minimum συναίνεσης φαντάζουν δυστυχώς εξωπραγματικές και εμφανίζονται ως ευχολόγια κενά περιεχομένου. Η πρόκληση της συναίνεσης είναι μεγάλη. Η αναγκαιότητά της δεδομένη. Ταυτόχρονα όμως, είναι φευγαλέα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου